Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024

Ἡ ἀνανέωση στὴν πνευματική μας ζωὴ

 

Ἡ ἀνανέωση στὴν πνευματική μας ζωὴ

 περιοδικὸ ΖΩΗ (2024), σ. 87

Ἡ περίοδος τοῦ καλοκαιριοῦ μὲ τὶς διακοπὲς καὶ τὸν παραθερισμὸ σὲ χωριὰ καὶ παραθαλάσσια θέρετρα πρέπει νὰ συντελεῖ στὴν ἀνάπαυση, ἀνανέωση καὶ ἀναψυχή μας. Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος συμβούλευε τοὺς μαθητές Του, μετὰ ἀπὸ πολυσύχναστες συγκεντρώσεις ἀκροατῶν Του, «δεῦτε ὑμεῖς αὐτοὶ κατ’ ἰδίαν εἰς ἔρημον τόπον, καὶ ἀναπαύεσθε ὀλίγον» (Μαρκ. 6: 31). Χρειάζεται, κατὰ συνέπεια, ὁ ὀργανισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀνάπαυση καὶ ἀναψυχή. Πέραν, ὅμως, τῆς σωματικῆς ἀναπαύσεως ὁ χριστιανὸς ἔχει ἀνάγκη καὶ γιὰ ἀνανέωση στὴν πνευματική του ζωή· καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐνάρξεως τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους τὴν 1η Σεπτεμβρίου (ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου) ἀκολουθοῦν κάποιες σκέψεις γιὰ τὴν ἀνανέωση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καὶ πῶς αὐτὴ πραγματοποιεῖται.

Στὰ κοσμικὰ περιβάλλοντα πολλοὶ σύμβουλοι Γάμου καὶ σχέσεων προτείνουν στοὺς ἀνθρώπους μεθόδους γιὰ τὴν ἀνανέωση τῶν σχέσεών τους, ὅταν διαπιστώνεται μία στασιμότητα καὶ καθίζηση αὐτῶν. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ παρομοιάζεται μὲ μία σχέση ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑκάστης χριστιανικῆς ψυχῆς. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὑπάρχουν πολλὰ χωρία τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται σὲ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ ἀνανέωση. Ὑπενθυμίζουμε ὡρισμένα: «μεταμορφοῦσθε τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν» (Ῥωμ. 12: 2). Ἡ μεταμόρφωση καὶ ἀνανέωση τοῦ χριστιανοῦ γίνεται ὄχι μὲ κάποιους ἐξωτερικοὺς – σωματικοὺς τρόπους, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ νοῦ τῆς ψυχῆς μας. Χρειάζεται νὰ πετάξουμε τοὺς ἄχρηστους καὶ «παλαιούς» λογισμοὺς καὶ νὰ γεμίσουμε τὸν νοῦ μας μὲ ἔννοιες θεοπρεπεῖς, εὐσεβείας, πίστεως καὶ ἀγάπης. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀλλοῦ τονίζει: «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολ. 3: 9-10). Οἱ «παλαιοί» λογισμοὶ τῆς ἁμαρτίας μαζὶ μὲ τὶς ἁμαρτωλὲς πράξεις πρέπει νὰ ἐξοβελισθοῦν ἀπὸ τὴν ζωή μας, ὥστε νὰ δοθεῖ χῶρος γιὰ ἅγιες σκέψεις, ἁγίους λογισμοὺς καὶ πράξεις ἀρετῆς, πίστεως καὶ ἀγάπης. Ἡ ἀνανέωση συνδέεται στὸ χωρίο αὐτὸ μὲ τὴν ἐπίγνωση (ὄχι ἁπλῆ γνώση, ἀλλὰ βαθεῖα καὶ ἐμπειρική) τοῦ Κυρίου μας. Ὅσο περισσότερο γνωρίζουμε τὸν Κύριο, τόσο ἀνανεώνεται καὶ ἀνακαινίζεται ἡ σχέση μας μὲ Αὐτόν. Καὶ μάλιστα ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια καὶ ὁ ἄνθρωπος γηράσκει ἐξωτερικῶς, τόσο περισσότερο μπορεῖ ἐσωτερικῶς νὰ ἀνανεώνεται καὶ νὰ προοδεύει πνευματικῶς: «εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ’ ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ» (Β’ Κορ. 4: 16). Ἡ γήρανση τοῦ σώματος φθείρει τὸν ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπο, δηλαδὴ τὸ σῶμα μας. Ἀλλὰ ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, δηλαδὴ ἡ ψυχή μας, μπορεῖ νὰ γίνεται καινούργια ἡμέρα μὲ τὴν ἡμέρα. Καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὑπάρχει ἡ γνωστὴ φράση: «ἀνακαινισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης μου» (Ψαλμ. 102: 5). Ἡ εἰκόνα προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀνανέωση τοῦ ράμφους τοῦ ἀετοῦ, τὴν ὁποία ἐπιτυγχάνει μὲ τὴν πρόσκρουσή του σὲ κάποιο σκληρὸ βράχο.

Τί «γερνάει» τὸν ἄνθρωπο; Πνευματικῶς ὁ ἄνθρωπος «γερνάει» στὴν ψυχή του ἀπὸ τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν, τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, ἀπὸ τὶς ἀγωνιώδεις μέριμνες καὶ τὰ ἄγχη τῆς ζωῆς. Κατὰ συνέπεια γιὰ νὰ ὑπάρξει ἡ ἐπιθυμητὴ ἀνανέωση χρειάζεται ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα «παλιώνουν» καὶ «γερνοῦν» τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀποβληθοῦν καὶ στὴν θέση τους νὰ μποῦν οἱ θεοπρεπεῖς λογισμοὶ καὶ οἱ θεοειδεῖς ἀρετές.

Τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν καταντᾶ γερασμένη τὴν ψυχή μας. Χρειάζεται νὰ τὸ ἀποθέσουμε στὰ πόδια τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου, μὲ τὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως. Τότε θὰ αἰσθανθοῦμε αὐτὴν τὴν ἀναζωογόνηση μὲ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴν ἀπαλλαγὴ αὐτοῦ τοῦ βάρους. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11: 28),  μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Κύριος. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ πονηρὰ πάθη, τὰ ὁποῖα συχνὰ μᾶς δυναστεύουν. Χρειάζεται, μὲ τὰ μέσα ποὺ μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία μας, νὰ τὰ ἀντικαταστήσουμε μὲ τὶς ἀντίθετες ἀρετές: τὴν φιλαργυρία μὲ τὴν ἐλεημοσύνη, τὸ μῖσος μὲ τὴν ἀγάπη κ.λπ. Οἱ βιωτικὲς μέριμνες καὶ τὰ ἄγχη ἐκδιώκονται μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὴν πατρικὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μεριμνᾶ γιὰ «τὰ κρῖνα τοῦ ἀγροῦ» καὶ γιὰ «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ», πόσῳ μᾶλλον γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, τὸ ἀγαπημένο Του δημιούργημα (βλ. Ματθ. 6: 25-34).

            Ἡ ἀνανέωση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς γίνεται ἀκόμη μὲ τὴν προσευχή, τὴν μελέτη, τὴν μυστηριακὴ ζωή. Εἶναι τὰ μέσα, τὰ ὁποῖα μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας, γιὰ νὰ πλησιάζουμε καθημερινῶς τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας, νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του καὶ νὰ Τὸν γνωρίζουμε ὑπαρξιακῶς, καρδιακῶς, καὶ ὄχι μόνον διανοητικῶς. Πολὺ μᾶς βοηθᾶ στὴν πνευματική μας πρόοδο καὶ ἡ ἐπικοινωνία μὲ πνευματικοὺς ἀδελφοὺς καὶ πατέρες καθὼς καὶ ἡ ἐπίσκεψη καὶ διαμονὴ σὲ Μοναστήρια καὶ προσκυνήματα τῆς χώρας μας.

Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἀναφερθέντα, τὰ ὁποῖα θεωροῦνται γνωστὰ ἀπὸ πολλοὺς ἐξ ἡμῶν, πρέπει νὰ ἐνταχθοῦν στὸ καθημερινὸ πρόγραμμα τῆς ζωῆς μας. Ἐὰν θέλουμε πράγματι τὴν ἀνανέωσή μας χρειάζεται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ νὰ ἀκολουθήσουμε ἕνα πρόγραμμα πνευματικῆς ζωῆς (ἕναν «κανόνα»). Καὶ τότε, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, θὰ διαπιστώνουμε αὐτὴν τὴν ἀνανέωση «ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ» (Β’ Κορ. 4: 16)!