Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

Οἱ Παρακλήσεις στὴν Παναγία μας

«Γιὰ ποιό λόγο ψάλλουμε τὶς παρακλήσεις
πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο;»

ΖΩΗ (2025), σ. 78

    Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νηστείας τοῦ Δεκαπενταυγούστου ψάλλονται στοὺς ναούς μας ἐναλλὰξ οἱ δύο παρακλητικοὶ Κανόνες γιὰ τὴ Θεοτόκο· ὁ μικρὸς καὶ ὁ μέγας. Ὁ μικρὸς παρακλητικὸς Κανόνας λέγεται καὶ μικρὰ Παράκληση τῆς Παναγίας, καὶ μποροῦμε νὰ τὸν ψάλλουμε καὶ σὲ κάθε ἄλλη ἐποχὴ τοῦ χρόνου, ὅταν αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ παρακαλέσουμε τὴ Θεομήτορα γιὰ κάποιο πρόβλημά μας. Ὁ μικρὸς παρακλητικὸς Κανόνας θεωρεῖται ποίημα ἑνὸς μοναχοῦ μὲ τὸ ὄνομα Θεοστήρικτος (ἢ κατ’ ἄλλους Θεοφάνης), ἐνῶ ὁ μέγας παρακλητικὸς Κανόνας εἶναι ποίημα τοῦ Δούκα τῆς Νικαίας Θεοδώρου Β΄ τοῦ Λασκάρεως. Καὶ οἱ δύο Παρακλήσεις ὡς ποιήματα εἶναι πολὺ ὄμορφες καὶ περιέχουν πλοῦτο εἰκόνων καὶ ἐπιθέτων γιὰ τὴν Παναγία μας, πρὸς τιμὴν τῆς ὁποίας καὶ δημιουργήθηκαν.
    Ἡ λέξη παράκλησις στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ εἶχε τὴν ἔννοια τῆς παρηγορίας· παρακαλῶ σημαίνει παρηγορῶ, παραμυθῶ κάποιον. Ἔχει βεβαίως καὶ τὴν ἔννοια τῆς αἰτήσεως, τῆς παρακλήσεως, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε κάτι, ὅπως χρησιμοποιοῦμε τὴ λέξη σήμερα. Οἱ Παρακλήσεις πρὸς τὴν Παναγία μας ἔχουν καὶ τὶς δύο αὐτὲς σημασίες: καὶ ζητοῦμε (παρακλητικά) κάποια αἰτήματα ἀπὸ τὴ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας καὶ καταφεύγουμε σὲ αὐτήν, γιὰ νὰ παρηγορηθοῦμε γιὰ τὶς δυσκολίες ποὺ περνᾶμε στὴ ζωή μας. Ἐπὶ παραδείγματι, τὴν πρώτη σημασία τοῦ αἰτήματος τὴ βλέπουμε στὸ τροπάριο: «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοί, κατῃσχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε· ἀλλ’ αἰτεῖται τὴν χάριν, καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως». Τὴ δεύτερη σημασία τῆς παρηγορίας τὴ διαπιστώνουμε στὸ τροπάριο: «Πρὸς τίνα καταφύγω ἄλλην, Ἁγνή; ποῦ προσδράμω λοιπὸν καὶ σωθήσομαι; ποῦ πορευθῶ; ποίαν δὲ ἐφεύρω καταφυγήν; ποίαν θερμὴν ἀντίληψιν; ποίαν ἐν ταῖς θλίψεσι βοηθόν; Εἰς σὲ μόνην ἐλπίζω, εἰς σὲ μόνην καυχῶμαι, καὶ ἐπὶ σὲ θαρρῶν κατέφυγον».

    Τὰ αἰτήματα τὰ ὁποῖα ἀναφέρουμε πρὸς τὴ Θεοτόκο πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Υἱοῦ της καὶ Θεοῦ μας, πρέπει νὰ εἶναι συμβατὰ μὲ τὴν χριστιανική μας πίστη καὶ ζωή. Καὶ παρ’ ὅλο ποὺ πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἡ Παναγία μας μὲ τὴν πρεσβεία της μπορεῖ νὰ ἱκανοποιήσει τὰ θεμιτὰ αἰτήματά μας, στὸ πρῶτο τροπάριο ποὺ παραθέσαμε τελειώνουμε μὲ τὴ φράση «πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως». Ζητᾶμε δηλαδὴ διάφορα αἰτήματα ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἀλλὰ στὸ τέλος τὴν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς τὰ χορηγήσει, ἐὰν εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας. Αὐτὴ ἡ παράμετρος εἶναι πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὴν παρακλητική μας στάση μπροστὰ στὴν Παναγία μας. Αὐτὴ γνωρίζει καλύτερα ἀπὸ ἐμᾶς ἐὰν θὰ πρέπει νὰ μᾶς δωρίσει αὐτὸ ποὺ τῆς ζητᾶμε. Ἐὰν δὲν εἶναι γιὰ τὸ πνευματικό μας συμφέρον, τότε μόνοι μας τῆς λέμε ὅτι δὲν πρέπει νὰ μᾶς τὸ χορηγήσει, ἀκόμη κι ἂν τῆς τὸ ζητᾶμε μὲ ἔντονη παράκληση, ἀγνοῶντας τὸ τί πράγματι χρειάζομαστε καὶ τὸ τί συμφέρει τὴν ψυχή μας. Μὴν ξεχνᾶμε, ἄλλωστε, ὅτι καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ἔχει διδάξει νὰ ζητοῦμε «πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ καὶ πάντα ταῦτα (δηλαδὴ τὰ βιωτικά μας αἰτήματα) προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 6: 33). Τὰ ὑπόλοιπα, τὰ καθημερινὰ καὶ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ ζωή μας, θὰ μᾶς τὰ παρέχει ὁ Θεὸς μὲ τὴν πατρική Του πρόνοια, ἐὰν ἐμεῖς ζητοῦμε καὶ ἀγωνιζόμαστε, γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὶς ἀρετὲς καὶ νὰ εἰσέλθουμε στὴ βασιλεία Του. Καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐπισημαίνει: «Ἐὰν γὰρ τὰ τοῦ Θεοῦ μεριμνῶμεν, τὰ ἡμέτερα αὐτὸς μεριμνήσει, καὶ μετὰ πολλῆς ἀδείας τὸ πέλαγος τοῦ παρόντος βίου διαπλεύσομεν»1.

    Ἀνάμεσα στὰ πολλὰ καὶ διάφορα αἰτήματά μας πρὸς τὴν Παναγία εἶναι: ἡ ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς· ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπὸ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς
καὶ τὶς δαιμονικὲς ἐπιθέσεις, οἱ ὁποῖες «ἐκύκλωσάν … με, ὥσπερ μέλισσαι κηρίον»· ἡ ἔγερση ἀπὸ τὸ κρεββάτι τῆς ἀσθενείας: «ἐν κλίνῃ νῦν ἀσθενῶν κατάκειμαι, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις τῇ σαρκί μου»· ἡ λύτρωσή μας ἀπὸ αἰσθητοὺς καὶ νοεροὺς ἐχθρούς: «οἱ μισοῦντές με μάτην, βέλεμνα καὶ ξίφη καὶ λάκκον ηὐτρέπισαν, καὶ ἐπιζητοῦσι τὸ πανάθλιον σῶμα σπαράξαι μου»· ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὰ ἁμαρτήματά μας: «λῦσον τὴν ἀχλὺν τῶν πταισμάτων μου».

    Βεβαίως, πέραν τῶν αἰτημάτων ποὺ περιέχονται στοὺς δύο παρακλητικοὺς Κανόνες, μποροῦμε καὶ μόνοι μας κατὰ τὴ διάρκεια αὐτῶν νὰ παρακαλοῦμε τὴν Ὑπερευλογημένη Δέσποινά μας γιὰ τὰ διάφορα ζητήματα τὰ ὁποῖα μᾶς ἀπασχολοῦν.

    Ἐμεῖς παρακαλοῦμε τὴν Παναγία μας, ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία μᾶς παρακαλεῖ (= παρηγορεῖ) μὲ ποικίλους τρόπους. Μᾶς παρηγορεῖ μὲ τὶς ἀδιάλειπτες πρεσβεῖες της πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ Θεό μας ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ὑπὲρ ὅλων αὐτῶν τῶν αἰτημάτων τὰ ὁποῖα τῆς ἀναφέρουμε. Μᾶς παρηγορεῖ μὲ τὸ πλῆθος τῶν θαυμαστῶν παρεμβάσεών της στὴν ζωή μας. Μᾶς παρηγορεῖ, τέλος, μὲ τὴν προσαγωγή μας στὸν Υἱό της καὶ Θεό μας, ἀφοῦ συνεχῶς μᾶς ὑπενθυμίζει καὶ τρόπον τινὰ μᾶς διατάζει: «ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν (ὁ Υἱός της καὶ Θεός μας), ποιήσατε» (Ἰω. 2: 5).

     Παράκλητος κατὰ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας χαρακτηρίζεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐπειδὴ μᾶς παρηγορεῖ γιὰ τὴν ὁρατὴ ἀπουσία τοῦ Κυρίου· παράκληση (παρηγοριὰ καὶ παραμυθία) εἶναι καὶ ἡ Παναγία μας ὡς Μήτηρ Θεοῦ καὶ στήριγμα στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας. Καὶ αὐτὸ μᾶς τὸ ὑπενθυμίζουν κάθε χρόνο οἱ
Παρακλήσεις τοῦ Δεκαπενταυγούστου.


1 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΔ΄, ε΄ (ΒΕΠ 91,169).