Σάββατο 14 Απριλίου 2018

Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο Ἐμεῖς οἱ θνητοί


ΙΑΤΡΙΚΗ δὲν ἐκπαιδεύει τοὺς ἰατροὺς στὴν διαχείρισι τοῦ θανάτου: 

«Ἔμαθα πολλὰ στὴν Ἰατρικὴ Σχολή, ἀλλὰ σίγουρα δὲν ἔμαθα τίποτα γιὰ τὴ θνητότητα. Ναὶ μὲν μοῦ ἔδωσαν ἕνα ἀφυδατωμένο, ἄκαμπτο πτῶμα γιὰ νὰ τὸ ἀνοίξω καὶ νὰ μελετήσω τὰ ἐσωτερικὰ ὄργανα, ἀλλὰ μοναδικὸς σκοπὸς ἦταν νὰ ἀποκτήσω γνώσεις γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ἀνατομία. Τὰ ἐγχειρίδια τῆς Σχολῆς δὲν ἀνέφεραν σχεδὸν τίποτα γιὰ τὰ γηρατειά, τὴν ἀνημπόρια ποὺ τὰ συνοδεύει ἢ τὴ διαδικασία τοῦ θανάτου. Τίποτα γιὰ τὸ πῶς ἐκτυλίσσεται αὐτὴ ἡ διαδικασία, πῶς οἱ ἄνθρωποι βιώνουν τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους καὶ πῶς αὐτὴ ἡ ἱστορία ἐπηρεάζει τοὺς δικούς τους ἀνθρώπους - ὅλα τοῦτα φαίνονταν περιττά. Σκοπὸς τῆς ἰατρικῆς ἐκπαίδευσης, ὅπως τὸ βλέπαμε ἐμεῖς οἱ φοιτητὲς ἀλλὰ κι ὅπως τὸ ἔβλεπαν οἱ καθηγητές μας, ἦταν νὰ μάθουμε νὰ σώζουμε ζωές, ὄχι νὰ διαχειριζόμαστε τὸν θάνατο»[1].
ΙΑΤΡΙΚΗ ἐπικεντρώνεται στὴν θεραπεία καὶ ἀγνοεῖ τὴν ἀνάγκη γιὰ παρηγοριὰ καὶ καθοδόγησι: «Δὲν τοῦ προσφέραμε καμιὰ κατανόηση, καμιὰ παρηγοριά, καμιὰ καθοδήγηση. Τὸ μόνο ποὺ κάναμε ἦταν νὰ τοῦ παράσχουμε ἄλλη μία θεραπευτικὴ προσπάθεια, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἴσως νὰ ἔβγαινε κάτι καλό»[2].
ΘΑΝΑΤΟΣ ἐλάχιστοι πεθαίνουν σπίτι τους πλέον: «Πολὺ πρόσφατα, μόλις τὸ 1945, οἱ πιὸ πολλοὶ ἄνθρωποι πέθαιναν στὸ σπίτι τους. Τὴ δεκαετία τοῦ 1980, μόλις τὸ 17% τῶν θανάτων συνέβαιναν πλέον στὸ σπίτι. Ὅσοι πέθαιναν στὸ σπίτι τους πιθανότατα πέθαιναν ἐκεῖ ἐπειδὴ ὁ θάνατος ἦταν τόσο ξαφνικός, ποὺ δὲν προλάβαιναν νὰ πᾶνε στὸ νοσοκομεῖο – λόγου χάρη ἀπὸ ὀξεῖα καρδιακὴ προσβολή, ἐγκεφαλικὸ ἢ βίαιο τραυματισμό - ἢ ἐπειδὴ ζοῦσαν ὑπερβολικὰ ἀπομονωμένα, δίχως πρόσβαση σὲ ἰατρικὴ περίθαλψη. Στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλο τὸν βιομηχανικὸ κόσμο, ἡ ἐμπειρία τῶν προχωρημένων γηρατειῶν καὶ τοῦ θανάτου εἶναι κάτι ποὺ ἀφορᾶ τὰ νοσοκομεῖα καὶ τὶς μονάδες φροντίδας ἡλικιωμένων»[3].
ΘΑΝΑΤΟΣ προκαλεῖ σὸκ καὶ στοὺς ἰατρούς: «Ὁ θάνατος καὶ ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου – τὸ θνήσκειν – εἶναι κάτι ποὺ ἀντιμετωπίζει κάθε νέος γιατρὸς καὶ νοσοκόμος. Τὶς πρῶτες φορὲς κάποιοι κλαῖνε. Ἄλλοι ‘κατεβάζουν ρολά’. Ὁρισμένοι κάνουν σὰν νὰ μὴ συμβαίνει τίποτα. Ὅταν ἐγὼ ἦρθα ἀντιμέτωπος μὲ τοὺς πρώτους θανάτους μου, ἤμουν ὑπερβολικὰ συγκρατημένος, δὲν ἔκλαψα. Ὅμως τοὺς ἔβλεπα στὸν ὕπνο μου. Εἶχα ἐπίμονους ἐφιάλτες, στοὺς ὁποίους ἔβρισκα τὰ πτώματα τῶν ἀσθενῶν μου στὸ σπίτι μου – στὸ ἴδιο μου τὸ κρεβάτι!»[4].
ΘΑΝΑΤΟΣ θεώρησίς του ἀπὸ τοὺς ἰατρούς: «Ὁ θάνατος, φυσικά, δὲν εἶναι ἀποτυχία. Ὁ θάνατος εἶναι κάτι τὸ φυσιολογικό. Ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἐχθρός, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἡ φυσικὴ πορεία τῶν πραγμάτων. Γνώριζα αὐτὲς τὶς ἀλήθειες κάπως ἀφηρημένα, ὄχι συγκεκριμένα, στὴν πράξη – δηλαδὴ δὲν εἶχα συνειδητοποιήσει πὼς τοῦτες οἱ ἀλήθειες ἴσχυαν ὄχι μόνο γενικὰ κι ἀόριστα γιὰ ὅλους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ ἄτομο ποὺ εἶχα μπροστά μου, τὸ ἄτομο γιὰ τὸ ὁποῖο ὑπεύθυνος ἤμουν ἐγώ»[5].
ΙΑΤΡΙΚΗ ὅταν δὲν θεραπεύει μπορεῖ νὰ προκαλέση πόνο καὶ ἀναλγησία: «Ἂν τὸ πρόβλημά σου ἐπιδιορθώνεται, ξέρουμε τί νὰ κάνουμε. Ἂν ὅμως ὄχι; Τὸ ὅτι δὲν ἔχουμε ἱκανοποιητικὲς ἀπαντήσεις σὲ τοῦτο τὸ ἐρώτημα προξενεῖ ταραχὴ καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἀναλγησία, ἔλλειψη ἀνθρωπιᾶς καὶ ἀνυπολόγιστο πόνο»[6].
ΓΗΡΑΣ ἀπὸ οἰκογενειακὴ μετατρέπεται σὲ προσωπικὴ ὑπόθεσι: «στὶς σύγχρονες κοινωνίες τὰ γηρατειὰ καὶ ἡ ἀναπηρία ἔχουν πάψει νὰ ἀποτελοῦν μιὰ κοινή, πολυγενεακὴ εὐθύνη καὶ ἔχουν ἀναχθεῖ λίγο πολὺ σὲ προσωπικὴ ὑπόθεση – μιὰ κατάσταση τὴν ὁποία κανεὶς ζεῖ ἐν πολλοῖς μόνος του ἢ μὲ τὴν ἀρωτὴ γιατρῶν καὶ ἱδρυμάτων»[7].
ΣΩΜΑ ἀνθρώπου, ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἀνταποκρίνεται σὲ παροδικὲς βλάβες: «Ἔχουμε ἕνα περίσσιο νεφρό, ἕναν περίσσιο πνεύμονα, μιὰ περίσσια γονάδα, περίσσια δόντια. Τὸ DNA στὰ κύτταρά μας συχνὰ παθαίνει βλάβες, σὲ κανονικὲς συνθῆκες, ἀλλὰ τὰ κύτταρά μας ἔχουν ἀρκετὰ συστήματα ἐπιδιόρθωσης τοῦ DNA. Ἂν ἕνα κομβικὸ γονίδιο πάθει μόνιμη βλάβη, συνήθως ὑπάρχουν περίσσια ἀντίγραφα τοῦ γονιδίου κάπου ἐκεῖ κοντά. Κι ἂν πεθάνει ὁλόκληρο τὸ κύτταρο, τὴ θέση του παίρνουν ἄλλα κύτταρα»[8].
ΓΗΡΑΣ λόγῳ μικρῶν οἰκογενειῶν σὲ μοναξιά: «Πάνω ἀπὸ τοὺς μισοὺς ὑπερήλικες στὶς μέρες μας ζοῦν χωρὶς σύζυγο καὶ κάνουμε λιγότερα παιδιὰ ἀπὸ ὁποτεδήποτε στὸ παρελθόν, ὡστόσο δὲν σκεφτόμαστε σχεδὸν καθόλου τὸ πῶς θὰ ζήσουμε μόνοι στὰ στερνά μας»[9].
ΙΑΤΡΙΚΗ μπορεῖ νὰ βοηθήση στὴν ποιοτικὴ ζωή μας στὰ γηρατειά: «Ἡ παρακμὴ εἶναι ἡ ἀναπόδραστη μοῖρα μας· ὁ θάνατος θὰ μᾶς βρεῖ κάποια μέρα. Μέχρι ὅμως νὰ χαλάσει κάθε ἐφεδρικό μας σύστημα, ἡ ἰατρικὴ περίθαλψη μπορεῖ νὰ ἐπηρεάσει τὸ ἂν αὐτὴ ἡ πορεία θὰ εἶναι μιὰ ἀπότομη κατηφόρα ἢ μιὰ πιὸ ὁμαλὴ καθοδικὴ πορεία ποὺ θὰ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ διατηρήσουμε γιὰ μεγαλύτερο χρονικὸ διάστημα ὅσες ἱκανότητες ἔχουν πράγματι σημασία στὴ ζωή μας»[10].
ΓΗΡΙΑΤΡΟΙ ἔργο τους: «Οἱ ὁμάδες γηριάτρων δὲν ἔκαναν οὔτε βιοψίες πνευμόνων, οὔτε χειρουργικὲς ἐπεμβάσεις στὴ μέση, οὔτε τοποθετήσεις αὐτόματων ἀπογηραντῶν. Αὐτὸ ποὺ ἔκαναν ἦταν νὰ ἁπλοποιοῦν τὶς φαρμακευτικὲς ἀγωγές· νὰ φροντίζουν ἡ ἀρθρίτιδα νὰ | παραμένει ὑπὸ ἔλεγχο· νὰ ἐξασφαλίζουν ὅτι τὰ νύχια τῶν ποδιῶν κόβονταν τακτικὰ καὶ ὅτι τὰ γεύματα ἦταν ἰσορροπημένα. Εἶχαν τὰ μάτια τους ἀνοιχτὰ γιὰ ἀνησυχητικὰ σημάδια ἀπομόνωσης καὶ ἀνέθεταν σὲ κοινωνικὸ λειτουργὸ νὰ τσεκάρει ὅτι τὸ σπίτι τοῦ κάθε ἀσθενοῦς ἦταν ἀσφαλές»[11].
ΓΗΡΑΣ περιορίζομε τὴν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων χάριν τῆς ἀσφαλείας τους: «στὴν ἐποχή μας φαίνεται πὼς ἔχουμε συμβιβαστεῖ μὲ τὴν ἰδέα ὅτι - ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ χάσεις τὴ σωματική σου ἀνεξαρτησία - ἁπλῶς θεωρεῖται ἀδύνατο νὰ ζεῖς μιὰ ζωὴ ἐλεύθερη, ποὺ νὰ ἔχει ἀξία»[12].
ΓΗΡΑΤΕΙΑ ἡ ὑποβοηθούμενη διαβίωσις τὰ ἀντιμετωπίζει ἐκτὸς ἱδρυμάτων: «Βασικὸς στόχος τῆς ‘ὑποβοηθούμενης διαβίωσης’, ὅπως τελικὰ ἔγινε γνωστὴ ἡ ἰδέα τῆς Γουίλσον, ἦταν τὸ νὰ μὴ νιώθει κανεὶς ἱδρυματοποιημένος»[13].
ΥΠΟΒΟΗΘΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΒΙΩΣΙΣ γερόντων, φιλοσοφία της: «ἡ φιλοσοφία της ἦταν νὰ προσφέρει ἕναν χῶρο ὅπου οἱ ἔνοικοι θὰ διατηροῦσαν τὴν αὐτονομία καὶ τὴν ἰδιωτικότητα ποὺ ἀπολαμβάνουν ὅσοι ἄνθρωποι ζοῦν στὸ δικό τους σπίτι – συμπεριλαμβανομένου τοῦ δικαιώματος νὰ ἀρνοῦνται περιορισμοὺς ποὺ ἐπιβάλλονται γιὰ λόγους ἀσφάλειας ἢ διευκόλυνσης τοῦ ἱδρύματος»[14].
ΧΡΟΝΟΣ τὸν χειριζόμαστε ἀναλόγως τοῦ πόσο νομίζομε ὅτι ἔχομε: «ἐκείνη ἡ ἐμπειρία τὴν ὁδήγησε νὰ διατυπώσει μιὰ ὑπόθεση ἐργασίας: τὸ πῶς προσπαθοῦμε νὰ περνᾶμε τὸν χρόνο μας ἴσως ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πόσο χρόνο θεωροῦμε ὅτι ἔχουμε. Ὅταν εἴμαστε νέοι καὶ ὑγιεῖς, πιστεύουμε ὅτι θὰ ζήσουμε γιὰ πάντα»[15].
ΓΗΡΑΣ οὔτε παραμέλησι οὔτε ἱδρυματοποίησι: «προσπαθεῖ νὰ σκεφτεῖ διάφορους τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι θὰ μποροῦν νὰ γερνοῦν χωρὶς νὰ εἶναι ἀναγκασμένοι νὰ διαλέξουν ἀνάμεσα στὴν παραμέληση καὶ τὴν ἱδρυματοποίηση»[16].
ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟ διαφορὰ στὴν ὀπτικὴ τοῦ παιδιοῦ καὶ τοῦ γονέως του: «΄Σπάνια σ’ ἕνα παιδὶ τοῦ κόβει νὰ σκεφτεῖ: ‘Ἄραγε, αὐτὸ τὸ μέρος θ’ ἀρέσει στὴ μάνα μου, εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ ἤθελε, εἶναι αὐτὸ ποὺ χρειάζεται;’ Τὸ πιθανότερο εἶναι νὰ δεῖ τὴν ὅλη κατάσταση μὲ τὰ δικά του μάτια’. Τὸ παιδὶ θὰ ρωτήσει: ‘Ἄραγε, τοῦτο τὸ μέρος δημιουργεῖ σ’ ἐμένα τὸ αἴσθημα ἀσφαλείας ὅτι μπορῶ ν’ ἀφήσω ἐδῶ τὴ μάνα μου;’»[17].
ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟ περιορίζει ἐλευθερία τῶν τροφίμων χάριν τῆς ἀσφαλείας: «Ὅταν δὲν ὑπάρχει πιὰ ἕνα σύστημα σὰν αὐτὸ στὸ ὁποῖο μποροῦσαν νὰ βασίζονται ἄνθρωποι ὅπως ὁ παππούς μου – μιὰ τεράστια ἐκτεταμένη οἰκογένεια, ποὺ εἶναι συνεχῶς παροῦσα, ὥστε νὰ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ κάνει τὶς δικές του ἐπιλογές – οἱ δικοί μας ἡλικιωμένοι καταλήγουν σὲ μιὰ ἐλεγχόμενη, ὑπὸ συνεχῆ ἐπίβλεψη ἱδρυματικὴ ζωή, μιὰ ἰατρικὰ σχεδιασμένη ἀπάντηση σὲ ἀνεπίλυτα προβλήματα, μιὰ ζωὴ ποὺ ἔχει σχεδιαστεῖ νὰ εἶναι ἀσφαλὴς ἀλλὰ ταυτόχρονα ἄδεια, δίχως τίποτα ἀπ’ ὅσα ἔχουν σημασία γιὰ ἐκείνους»[18].
ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΙ εὑρίσκουν νόημα ζωῆς φροντίζοντες ζωντανὰ πλάσματα: «Στὸ προσωπικὸ ποὺ ἐρχόταν νὰ φροντίσει τὰ παπαγαλάκια του ἄρχισε νὰ δίνει συμβουλὲς γιὰ τὸ τί τοὺς ἄρεσε καὶ νὰ λέει πῶς τὰ πήγαιναν. Τὰ πουλάκια ἄρχισαν νὰ τὸν βγάζουν ἀπὸ τὸ καβούκι του. Γιὰ τὸν Τόμας ἦταν μιὰ τέλεια ἀπόδειξη τῆς θεωρίας του γιὰ τὸ πόσα μᾶς προσφέρουν τὰ ζωντανὰ πλάσματα. Ἀντὶ γιὰ πλήξη, μᾶς δίνουν αὐθορμητισμό. Ἀντὶ γιὰ μοναξιά, μᾶς χαρίζουν συντροφιά. Ἀντὶ γιὰ αἴσθημα ἀνημπόριας, μᾶς δίνουν τὴν εὐκαιρία νὰ φροντίσουμε ἕνα ἄλλο ζωντανὸ πλάσμα»[19].
ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΙ πρέπει νὰ τοὺς δίνωμε λόγους γιὰ νὰ ζοῦν, ὅπως μποροῦν: «Τὸ πιὸ σημαντικὸ πόρισμα ἦταν ὅτι μποροῦμε νὰ προσφέρουμε στοὺς ἡλικιωμένους λόγους νὰ ζοῦν, τελεία καὶ παύλα. Ἀκόμα καὶ τρόφιμοι μὲ ἄνοια τόσο σοβαρή, ποὺ εἶχαν χάσει τὴν ἱκανότητα νὰ ἀντιλαμβάνονται πολλὰ ἀπ' ὅσα συνέβαιναν γύρω τους, ἦταν σὲ θέση νὰ ζήσουν μιὰ ζωὴ μὲ περισσότερο νόημα, ἀπόλαυση καὶ ἱκανοποίηση. Εἶναι πολὺ δυσκολότερο νὰ μετρήσουμε τὸ πόσο περισσότερο ἀξίζει τὸ νὰ ἀντλοῦν οἱ ἄνθρωποι νόημα ἀπὸ τὴ ζωὴ σὲ σύγκριση μὲ τὸ πόσο λιγότερα φάρμακα τοὺς χορηγοῦνται ἢ πόσο περισσότερο ζοῦν. Ἀλλά, τελικά, τί ἔχει μεγαλύτερη σημασία;»[20].
ΖΩΗ νοηματοδοτεῖται ὅταν ὑπάρχει κάποιος σκοπὸς γι' αὐτήν: «Ἡ ἀπάντηση, πίστευε, ἔγκειται στὸ ἑξῆς: ὅλοι μας ἀναζητοῦμε ἕναν σκοπὸ ποὺ νὰ μᾶς ὑπερβαίνει. Ὁ Ρόϊς θεωροῦσε ὅτι αὐτὸ ἦταν μιὰ ἐγγενῶς ἀνθρώπινη ἀνάγκη. Ὁ σκοπὸς θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μεγάλος (οἰκογένεια, πατρίδα, ἕνα 'πιστεύω') ἢ μικρός (τὸ χτίσιμο ἑνὸς σπιτιοῦ, ἡ φροντίδα ἑνὸς κατοικιδίου). Τὸ καίριο σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ ζωή μας ἀποκτᾶ νόημα ὅταν δίνουμε ἀξία στὸν σκοπό μας καὶ θεωροῦμε ὅτι ἀξίζει νὰ κάνουμε θυσίες γι' αὐτόν»[21].
ΖΩΗ χωρὶς ἀνώτερο σκοπὸ κινεῖται μὲ βάσι τὶς ἐπιθυμίες μας: «Χωρὶς ἀφοσίωση, τὸ μόνο ποὺ μᾶς καθοδηγεῖ εἶναι οἱ ἐπιθυμίες μας, καὶ οἱ ἐπιθυμίες μας εἶναι παροδικές, εὐμετάβλητες καὶ ἀκόρεστες»[22].
ΘΑΝΑΤΟΣ λαμβάνει νόημα ὅταν αἰσθανθοῦμε ὡς μέρος ἑνὸς εὐρυτέρου συνόλου: «Ὁ μοναδικὸς τρόπος ποὺ ἔχουμε γιὰ νὰ δώσουμε νόημα στὸν θάνατό μας εἶναι νὰ δοῦμε τὸν ἑαυτό μας ὡς κομμάτι ἑνὸς εὐρύτερου συνόλου: μιᾶς οἰκογένειας, μιᾶς κοινότητας, μιᾶς κοινωνίας. Ἂν δὲν τὸ πράξουμε αὐτό, ἡ θνητότητα εἶναι ἡ ἀπόλυτη φρίκη. Ἂν ὅμως τὸ πράξουμε, τὰ πράγματα ἀλλάζουν»[23].
ΓΗΡΑΤΕΙΑ ἡ διαχείρισίς τους ὑπερβαίνει Ἰατρικὴ καὶ Ἱδρύματα Ἡλικιωμένων: «Τὸ πρόβλημα μὲ τὴν ἰατρικὴ καὶ τὰ ἱδρύματα γιὰ τὴ φροντίδα τῶν ἀρρώστων καὶ τῶν ἡλικιωμένων δὲν εἶναι ὅτι ἔχουν ἐσφαλμένη ἄποψη ὡς πρὸς τὸ τί δίνει ἀξία στὴ ζωή. Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι δὲν ἔχουν σχεδὸν καμία ἄποψη. Τὸ κέντρο ἐνδιαφέροντος τῆς ἰατρικῆς εἶναι περιορισμένο. Οἱ γιατροὶ καὶ τὸ νοσηλευτικὸ προσωπικὸ ἐπικεντρώνονται στὸ νὰ ἀποκαθιστοῦν τὴν ὑγεία, ὄχι νὰ | θρέφουν τὴν ψυχή. Ταυτόχρονα, ὅμως - κι ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ ὀδυνηρὴ παραδοξότητα - , ἔχουμε ἀποφασίσει ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ σὲ μεγάλο βαθμὸ θὰ καθορίζουν πῶς θὰ ζήσουμε τὰ στερνά μας χρόνια εἶναι οἱ γιατροί. Ἐδῶ καὶ τουλάχιστον μισὸν αἰῶνα, διαχειριζόμαστε τὴν ἀρρώστια, τὰ γηρατειὰ καὶ τὸν ἐπερχόμενο θάνατο ὡς ἰατρικὰ ζητήματα. Πρόκειται γιὰ ἕνα πείραμα κοινωνικῆς μηχανικῆς, στὸ πλαίσιο τοῦ ὁποίου ἐναποθέσαμε τὴ μοίρα μας στὰ χέρια ἀτόμων ποὺ τὰ ἐκτιμοῦμε γιὰ τὸ ὑψηλὸ ἐπίπεδο ἐξειδίκευσής τους καὶ ὄχι διότι κατανοοῦν καλὰ τὶς ἀνθρώπινες ἀνάγκες»[24].
ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΙ τὸ νὰ τοὺς δίνωμε νόημα ζωῆς, ἀνώτερο ἀπὸ ἁπλῆ φροντίδα καὶ ἀσφάλεια: «Τὸ νὰ δίνουμε νόημα στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ὅταν γερνοῦν εἶναι μιὰ νέα ἔννοια. Ὡς ἐκ τούτου, ἀπαιτεῖ μεγαλύτερη φαντασία καὶ ἐπινοητικότητα ἀπ' ὅ,τι τὸ νὰ φροντίζουμε ἁπλῶς γιὰ τὴν ἀσφάλειά τους»[25].
ΓΗΡΑΤΕΙΑ ὑποβοηθουμένη διαβίωσις σὲ σπίτια: «μιᾶς κοινοτικῆς κοοπερατίβας σὲ διάφορες γειτονιὲς τῆς Βοστώνης, ἡ ὁποία εἶχε ὡς σκοπὸ ὕπαρξης νὰ παρέχει οἰκονομικὰ προσιτὲς ὑπηρεσίες - τὰ πάντα, ἀπὸ ὑδραυλικὲς ἐπισκευὲς μέχρι πλύσιμο ρούχων - προκειμένου νὰ βοηθάει ἡλικιωμένους νὰ παραμείνουν στὸ σπίτι τους»[26].
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ δὲν προσδίδει αὐτομάτως ἀξία στὴν ζωή μας: «Τὸ ποσοστὸ ἐλευθερίας ποὺ ἔχουμε στὴ ζωή μας δὲν συνιστᾶ μέτρο γιὰ τὸ ἂν ἀξίζει ἡ ζωή μας»[27].
ΓΗΡΑΤΕΙΑ ἔννοια παρηγορητικῆς φροντίδος: «Ἡ διαφορὰ εἶναι τί προτεραιότητες θέτεις. Στὴ συνηθισμένη ἰατρική, στόχος εἶναι ἡ παράταση τῆς ζωῆς. Θὰ θυσιάσουμε τὴν ποιότητα τῆς σημερινῆς ζωῆς σου - ἐγχειρίζοντάς σε, κάνοντάς σου χημειοθεραπεία, βάζοντάς σε στὴν Ἐντατική - γιὰ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ κερδίσεις περισσότερο χρόνο ἀργότερα. Ἡ ὑπηρεσία παρηγορητικῆς φροντίδας διαθέτει μιὰ ὁμάδα ἀπὸ νοσηλευτές, γιατρούς, ἱερωμένους καὶ κοινωνικοὺς λειτουργοὺς ποὺ στόχος τους εἶναι νὰ βοηθήσουν τοὺς ἀνθρώπους μὲ ἀνίατες παθήσεις νὰ ζήσουν τὴ ζωή τους ἐδῶ καὶ τώρα ὅσο πληρέστερα γίνεται - λίγο πολὺ ὅπως οἱ μεταρρυθμιστὲς τῶν γηροκομείων χρησιμοποιοῦν ἀποτελεσματικὰ τὸ προσωπικὸ γιὰ νὰ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους μὲ σοβαρὲς ἀναπηρίες. Στὴν περίπτωση τῶν ἀνίατων παθήσεων αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἑστιάζουμε τὴν | παρέμβασή μας σὲ στόχους ὅπως εἶναι ἡ ἀνακούφιση τοῦ πόνου καὶ τῆς ταλαιπωρίας, ἡ μέγιστη δυνατὴ διατήρηση τῆς πνευματικῆς διαύγειας ἢ οἱ τακτικὲς ἔξοδοι μὲ τὴν οἰκογένεια, καὶ ὄχι στὸ ἐὰν ἡ ζωὴ τῆς Κὸξ θὰ διαρέσει περισσότερο ἢ λιγότερο. Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ὅταν ἡ Κὸξ μεταφέρθηκε στὴν ὑπηρεσία παρηγορητικῆς φροντίδας, οἱ γιατροί της πίστευαν ὅτι δὲν θὰ ζοῦσε πάνω ἀπὸ λίγες ἑβδομάδες. Χάρη στὴν ὑποστήριξη τῆς ὑπηρεσίας παρηγορητικῆς φροντίδας, ἡ Κὸξ ἔχει ἤδη ζήσει ἕναν χρόνο»[28].
ΓΗΡΑΤΕΙΑ ἔννοια παρηγορητικῆς φροντίδος: «Ἡ ὑπηρεσία παρηγορητικῆς φροντίδας προσπαθεῖ νὰ διαμορφώσει ἕνα νέο ἰδεῶδες γιὰ τὸ πῶς νὰ φεύγουμε ἀπὸ τὴ ζωή. Ἂν καὶ δὲν ἔχουν ὅλοι ἐνστερνιστεῖ τὶς προτεραιότητές της, ὅσοι τὶς προσυπογράφουν συμβάλλουν μὲ τὸν τρόπο τους στὴ δημιουργία μιᾶς ars moriendi, μιᾶς τέχνης τοῦ θνήσκειν γιὰ τὴν ἐποχή μας. Τούτη ἡ προσπάθεια, ὡστόσο, ἀπαιτεῖ ἀγῶνες· ἀγῶνες ὄχι μόνο κατὰ τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀρρώστιας, ἀλλὰ καὶ ἐνάντια στὴ φαινομενικὰ φρενήρη κεκτημένη ταχύτητα τῆς ἰατρικῆς φροντίδας»[29].
ΘΝΗΤΟΤΗΣ ἡ ἀποδοχή της ὁλόκληρος φιλοσοφία: «Τὸ νὰ φτάσεις νὰ ἀποδεχτεῖς τὴ θνητότητά σου καὶ νὰ κατανοήσεις μὲ σαφήνεια τὰ ὅρια καὶ τὶς δυνατότητες τῆς ἰατρικῆς εἶναι μιὰ ὁλόκληρη διαδικασία, δὲν ἔρχεται ἐξ οὐρανοῦ»[30].
ΙΑΤΡΙΚΗ πρέπει νὰ ἀντιμάχεται τὸν θάνατο μὲ φρόνησι: «Ἡ πιὸ ἁπλῆ προσέγγιση εἶναι ὅτι ἡ ἰατρικὴ ὑπάρχει γιὰ νὰ καταπολεμᾶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀρρώστια. Ἐννοεῖται ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ βασικότερη λειτουργία της. Ὁ θάνατος εἶναι ὁ ἐχθρός. Ὅμως ὁ ἐχθρὸς ἔχει ἀνώτερες δυνάμεις. Στὸ τέλος, πάντα κερδίζει. Καὶ σ' ἕναν πόλεμο στὸν ὁποῖο δὲν μπορεῖς νὰ νικήσεις, δὲν χρειάζεσαι ἕναν στρατηγὸ ποὺ πολεμᾶ μέχρι τελικῆς πτώσεως. Δὲν θέλεις ἕναν Κάστερ. Θέλεις ἕναν Ρόμπερτ Ε. Λῆ, ἄνθρωπο | ποὺ ξέρει πότε νὰ δίνει μάχες γιὰ νὰ κατακτήσει ἐδάφη ποὺ μποροῦν νὰ κατακτηθοῦν καὶ πότε νὰ παραδίδει τὰ ὅπλα ὅταν ἡ μάχη εἶναι χαμένη, ἕναν ἄνθρωπο ποὺ κατανοεῖ ὅτι ἡ μεγαλύτερη ζημιὰ ἔρχεται ὅταν τὸ μόνο ποὺ ξέρεις νὰ κάνεις εἶναι νὰ μάχεσαι μέχρι τελικῆς πτώσεως»[31].
ΙΑΤΡΙΚΗ γνωρίζει πολλά, ἀλλὰ ὄχι τὸν ἀσθενῆ: «Γνωρίζουμε ὅλο καὶ λιγότερα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς μας, ἀλλὰ ὅλο καὶ περισσότερα γιὰ τὴν ἐπιστήμη μας»[32].
ΙΑΤΡΟΙ ποῖοι οἱ 'ἑρμηνευτικοί': «Οἱ Ἐμάνιουελ περιέγραψαν καὶ ἕναν τρίτο τύπο σχέσης γιατροῦ - ἀσθενοῦς, τὸν ὁποῖο ἀποκάλεσαν 'ἑρμηνευτικό'. Στὸν συγκεκριμένο τύπο σχέσης, ρόλος τοῦ γιατροῦ εἶναι νὰ βοηθήσει τοὺς ἀσθενεῖς νὰ ἐξακριβώσουν τί θέλουν. Οἱ ἑρμηνευτικοὶ γιατροὶ ρωτοῦν: 'Τί εἶναι πιὸ σημαντικὸ γιὰ σένα; Τί σὲ ἀνησυχεῖ;'. Ἔπειτα, ὅταν ἔχουν τὶς ἀπαντήσεις σου, σοῦ λένε γιὰ τὸ κόκκινο καὶ γιὰ τὸ μπλὲ χάπι, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ ποιὸ ἀπὸ τὰ δύο θὰ σὲ βοηθήσει περισσότερο νὰ πετύχεις τὶς προτεραιότητές σου»[33].
ΖΩΗ πῶς νὰ τὴν βλέπωμε: «Πρέπει νὰ ἀποφασίσουμε τί ἔχει μεγαλύτερη σημασία γιὰ μᾶς: οἱ φόβοι μας ἢ οἱ ἐλπίδες μας;»[34].
ΑΣΘΕΝΕΙΣ τελικοῦ σταδίου, προβληματισμὸς γιὰ τὸ τί δέον γενέσθαι: «Κατὰ βάση, ἡ ὅλη συζήτηση ἀφορᾶ ποιὸ σφάλμα φοβόμαστε περισσότερο -  τὸ σφάλμα νὰ παρατείνουμε τὸν πόνο ἢ τὸ σφάλμα νὰ συντομεύσουμε μιὰ ζωὴ ποὺ ἀξίζει; Ἐμποδίζουμε τοὺς ὑγιεῖς νὰ αὐτοκτονήσουν ἐπειδὴ ἀναγνωρίζουμε ὅτι ὁ ψυχικός τους πόνος εἶναι συχνὰ προσωρινός. Πιστεύουμε ὅτι μὲ τὴν κατάλληλη βοήθεια, ὁ ἑαυτὸς ποὺ θυμᾶται θὰ δεῖ ἀργότερα τὰ πράγματα διαφορετικὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ ποὺ βιώνει - καὶ πράγματι, μόνο ἕνα μικρὸ ποσοστὸ ἀπὸ τοὺς αὐτόχειρες ποὺ σώζονται ἐπαναλαμβάνουν τὴν ἀπόπειρά τους· ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα στὸ τέλος δηλώνει ὅτι χαίρεται ποὺ ζεῖ. Ὅμως γιὰ τοὺς ἀρρώστους τελικοῦ σταδίου, οἱ ὁποῖοι βασανίζονται ἀπὸ πόνους | ποὺ γνωρίζουμε ὅτι θὰ ἐνταθοῦν, μόνον οἱ πραγματικὰ ἄκαρδοι δὲν θὰ νιώσουν κατανόηση»[35].
ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ἀποτυχία, ὄχι ἐπιτυχία: «Τὸ 2012, 1 στοὺς 35 Ὁλλανδοὺς ποὺ πέθαναν εἶχε προστρέξει στὴν ὑποβοηθούμενη αὐτοκτονία. Ὅμως τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν δείχνει ἐπιτυχία. Φανερώνει ἀποτυχία. Στὸ κάτω κάτω, ἀπώτερος στόχος μας δὲν εἶναι ἕνας καλὸς θάνατος ἀλλὰ μιὰ καλὴ ζωὴ ἴσαμε τὴν τελευταία στιγμή. Οἱ Ὁλλανδοὶ ἔχουν καθυστερήσει, σὲ σχέση μὲ ἄλλες χῶρες, νὰ ἀναπτύξουν προγράμματα παρηγορητικῆς φροντίδας, ποὺ ἴσως νὰ ἐξασφάλιζαν αὐτὴ τὴν καλὴ ζωή»[36].
ΔΙΑΒΙΩΣΙΣ ὑποβοηθουμένη, ἀντίκειται στὴν εὐθανασία: «Ἡ ὑποβοηθούμενη διαβίωση εἶναι πολὺ δυσκολότερη ἀπὸ τὸν ὑποβοηθούμενο θάνατο, ἀλλὰ ταυτόχρονα προσφέρει ἀπείρως περισσότερες δυνατότητες»[37].
ΘΑΝΑΤΟΣ ἀπαιτεῖται χρόνος προετοιμασίας γι' αὐτόν: «Ἡ τεχνολογικὴ κοινωνία μας ἔχει ξεχάσει κάτι ποὺ οἱ μελετητὲς ἀποκαλοῦν 'ὁ ρόλος τοῦ ἑτοιμοθάνατου' καὶ τὴ σημασία ποὺ ἔχει τοῦτος ὁ ρόλος γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ὅταν μιὰ ζωὴ πλησιάζει στὸ τέλος της. Οἱ ἄνθρωποι θέλουν νὰ μοιραστοῦν ἀναμνήσεις, νὰ μεταδώσουν ἀποστάγματα σοφίας, νὰ χαρίσουν ἐνθύμια, νὰ λύσουν προβλήματα σὲ σχέσεις, νὰ ὀργανώσουν τὰ κληροδοτή|ματά τους, τὸ τί ἀφήνουν πίσω ὡς ἄνθρωποι, νὰ τὰ βροῦν μὲ τὸν Θεό, νὰ ἐξασφαλίσουν ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀφήνουν πίσω τους θὰ εἶναι ἐντάξει. Θέλουν νὰ τελειώσουν τὴν ἱστορία τους μὲ τοὺς δικούς τους ὅρους. Ὁ ρόλος αὐτός, ὑποστηρίζουν οἱ παρατηρητές, εἶναι ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους στὴ ζωή, τόσο γι' αὐτοὺς ποὺ πεθαίνουν ὅσο καὶ γιὰ ὅσους μένουν πίσω. Ἂν λοιπὸν ἰσχύει κάτι τέτοιο, τὸ γεγονὸς ὅτι ἀρνούμαστε τοῦτο τὸν ρόλο στοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ βλακεία ἢ ἀδιαφορία, θὰ ἔπρεπε νὰ μᾶς προκαλεῖ τεράστια ντροπή. Στὸ τέλος τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, ἐμεῖς οἱ γιατροὶ ἐπανειλημμένα προχωροῦμε σὲ βαθιὲς μαχαιριὲς καὶ κατόπιν ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴ βλάβη ποὺ προκαλέσαμε»[38].
ΙΑΤΡΙΚΗ ἀποστολή της τὸ εὖ ζῆν τοῦ ἀνθρώπου: «Ἔχουμε παρανοήσει ποιὰ εἶναι ἡ δουλειά μας στὴν ἰατρική. Νομίζουμε ὅτι δουλειά μας εἶναι νὰ διασφαλίζουμε τὴν ὑγεία καὶ τὴν ἐπιβίωση. Ὅμως δουλειά μας εἶναι κάτι πολὺ εὐρύτερο. Εἶναι τὸ νὰ διασφαλίζουμε τὸ εὖ ζῆν. Καὶ τὸ εὖ ζῆν ἀφορᾶ τοὺς λόγους ποὺ μᾶς κάνουν νὰ θέλουμε νὰ εἴμαστε ζωντανοί. Τοῦτοι οἱ λόγοι ἔχουν σημασία ὄχι μόνο στὸ τέλος τῆς ζωῆς, ἢ ὅταν γινόμαστε ἀνήμποροι, ἀλλὰ καθ' ὅλη τὴν πορεία της»[39].





[1] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 13.
[2] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 19.
[3] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 20.
[4] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 21.
[5] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 22.
[6] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 23.
[7] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 35.
[8] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 55.
[9] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 58.
[10] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 67.
[11] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 69.
[12] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 106.
[13] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 125.
[14] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 126.
[15] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 133.
[16] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 140.
[17] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 144.
[18] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 147.
[19] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 165.
[20] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 165.
[21] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 166.
[22] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 167.
[23] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 167.
[24] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 168-169.
[25] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 180.
[26] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 182.
[27] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 183.
[28]Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 207-208.
[29] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 212.
[30] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 234.
[31] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 240-241.
[32] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 256.
[33] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 257.
[34] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 294.
[35] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 308-309.
[36] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 309.
[37] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 310.
[38] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 314-315.
[39] Ἀτοὺλ Γκαουντάντε, Ἐμεῖς οἱ θνητοί. Τὰ ὅρια τῆς Ἰατρικῆς καὶ τί ἔχει πράγματι σημασία ὅταν τὸ τέλος πλησιάζει (Ἡράκλειο: Παν. Ἐκδόσεις Κρήτης, 2016), σ. 325.

Δεν υπάρχουν σχόλια: