Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

Γιώργου Παπαθανασόπουλου, Ὁ Θανάσης Πετσάλης - Διομήδης καὶ ἡ ἐθνικὴ μνήμη

 Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου,

Ὁ Θανάσης Πετσάλης - Διομήδης καὶ ἡ ἐθνικὴ μνήμη

 https://aktines.blogspot.com/2021/06/blog-post_968.html


Ὁ Θανάσης Πετσάλης - Διομήδης (1904-1995) εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ 20οῦ αἰώνα, ποὺ βοηθάει τὸν Ἕλληνα νὰ διατηρήσει τὴν ἱστορική του  μνήμη καὶ τὴν αὐτογνωσία του. Ἡ ἐθνικὴ σημασία τῶν ἱστορικῶν μυθιστορημάτων του «Οἱ Μαυρόλυκοι» καὶ «Ἡ καμπάνα τῆς Ἁγίας Τριάδας» ἔγκειται στὸ ὅτι περιγράφει γλαφυρὰ τὴν ἐποποιία τῶν Ἑλλήνων νὰ ἐπιβιώσουν στὰ χρόνια της ἀπάνθρωπης σκλαβιᾶς. Ἕως τὶς ἡμέρες του τὰ χρόνια αὐτὰ θεωροῦνταν μιὰ «ἄθλια, μουντὴ καὶ βασανισμένη» ἐποχή, ποὺ δὲν χρειάζεται νὰ καταπιαστεῖ κανείς. Ὁ Πετσάλης ἀσχολήθηκε καὶ τὸ ἐξηγεῖ: «Μετὰ τὸ σκάψιμο πάνω στὰ δίσεκτα χρόνια της σκλαβιᾶς, σηκώθηκα θαμπωμένος ἀπὸ τὸ θαῦμα. Φῶς πεντακάθαρο σελαγίζει πάνω στοὺς Ἕλληνες τῆς δουλείας: τοῦ μαρτυρίου ὁ  φωτοστέφανος, τοῦ νοῦ καὶ τῆς ἀντριᾶς ἡ λάμψη».  (Θαν. Πετσάλη - Διομήδη « Οἱ Μαυρόλυκοι», Βιβλιοπ. τῆς «Ἑστίας». Ζ΄ Ἔκδοση, 1ος Τόμος, σελ. 11). 

Ὁ Ἀπόστολος Σαχίνης γράφει γιὰ τοὺς «Μαυρόλυκους» ὅτι περισσότερο ἀπὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα θὰ μποροῦσαν νὰ χαρακτηριστεῖ ἐθνικὸ ἀνάγνωσμα, γιὰ αὐτὸ καὶ βρίσκει «πλατειὰ ἀνταπόκριση στὴν λαϊκὴ ψυχή». (Ἀπ. Σαχίνη «Τὸ ἀφηγηματικὸ ἔργο τοῦ Πετσάλη – Διομήδη», Ἵδρ. Κώστα καὶ Ἑλένης Οὐράνη, Ἀθήνα, 1992, σελ. 59 καὶ 61).  Τὸ σημαντικὸ γιὰ τοὺς «Μαυρόλυκους» εἶναι ὅτι τὰ ὅσα γράφει ὁ συγγραφέας τους, ὅπως ὁ ἴδιος σημειώνει, τὰ στήριξε στὰ ἔργα τοῦ Σάθα καὶ τῶν ξένων περιηγητῶν στὴν Ἑλλάδα, κατὰ τὴν τουρκοκρατία. Ὅπως γράφει, μέσα ἀπὸ τὰ διαβάσματά του ἀγάπησε καὶ θαύμασε τοὺς σκλαβωμένους Ἕλληνες: «Θαύμασα τὴν καρτερία τους, τὴν προκοπή τους, τὴν πίστη τους, τὴν ἀντοχή, τὴν ἐξυπνάδα, τὴν πονηριά, τὴ λεβεντιά τους. Θολώνουν ἄθελα οἱ πομπές, τὰ μαῦρα κουσούρια τῆς φυλῆς, μπροστὰ στὸ θαῦμα». («Μαυρόλυκοι», τ. 1, σελ. 16-17).  

Ραχοκοκαλιὰ τοῦ μυθιστορήματος εἶναι ἡ φανταστικὴ οἰκογένεια τῶν Μαυρόλυκων. Ἁπλώνεται σὲ ὅλο τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ διατρέχει τὴ χρονικὴ διαδρομὴ ἀπὸ τὸ 1565 ἕως τὸ 1798. Στὴ διαδρομή τους ἀπαντοῦν ἑπτὰ ξεσηκωμοὺς μὲ γενικότερη μορφὴ καὶ συμβάντα μὲ ἥρωες ἱερομάρτυρες καὶ ἐθνομάρτυρες. Μεταξὺ αὐτῶν οἱ Διονύσιος  Σκυλόσοφος, Κύριλλος Λούκαρις, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς καὶ Ρήγας ὁ Βελεστινλής. Διὰ τῆς οἰκογένειας τῶν Μαυρόλυκων ὁ Θανάσης Πετσάλης – Διομήδης περιγράφει τὸ ξεκίνημα τοῦ Ἑλληνισμοῦ μετὰ τὴν Ἅλωση ἕως τὰ πρόθυρα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Ἀπὸ τὸ 1453 ἕως περίπου τὸ τέλος τοῦ 16ου αἰώνα νομίζει κανεὶς ὅτι ὁ Ἑλληνισμὸς ἔχει σβήσει καὶ ἡ Τουρκιὰ ὅλο νικᾶ καὶ κατακτᾶ. Ἔρχεται ἡ ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, τὸ 1571, καὶ ἡ ἰσλαμικὴ αὐτοκρατορία λαβώνεται βαριά. Τότε «ἀκούγεται» καὶ τὸ πρῶτο σάλεμα τῶν ραγιάδων.

Ὁ Πετσάλης γράφει ὅτι αὐτὸ τὸ σάλεμα ἔμοιαζε μὲ τῆς μάνας ποὺ μονάχα αὐτὴ καταλαβαίνει τὸ πρῶτο σκίρτημα τοῦ ἐμβρύου, ποὺ φιλοξενεῖ στὴν κοιλιά της. Στὴν περίπτωση, μάνα εἶναι ἡ παπαδοσύνη, ὁ ἀγράμματος παπάς, ὁ χωριατόπαπας. Αὐτὸς ἔνιωσε τὸ πρῶτο σάλεμα, ὄχι τόσο γιατί παράστεκε τὸ ραγιὰ στὸν μαρτυρικό του δρόμο, ὅσο γιατί τὸ σάλεμα  δὲν ἦταν ἀπὸ συνείδηση ἑλληνικὴ ἀλλὰ χριστιανική, ἀπὸ τὴ διαφορὰ σταυροῦ καὶ μισοφέγγαρου. Ἀπὸ αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ συνείδηση προέκυψε ἡ ἑλληνική. Ὁ παπὰς συμβόλιζε καὶ ἦταν ἡ συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα καὶ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινούπολης ἕως τὴν ἅλωση, τὴ σκλαβιὰ καὶ τὴν ἐλευθερία. Μὲ τεκμηριωμένα στοιχεῖα ὁ συγγραφέας σημειώνει ὅτι χριστιανός, ὁ γκιαούρης, διαμορφώνει σιγὰ σιγὰ τὴν ἑλληνικὴ ψυχή του στὸ κρυφὸ σχολειό, στὸ ἀποκούμπι του, τὸν παπά, στὸ ταπεινὸ ἐκκλησάκι. Ὁ Πετσάλης ὑποστηρίζει μὲ στοιχεῖα, πὼς «ἕως τὸ 1630 δὲν ὑπάρχει οὐδένα ὀργανωμένο σχολειὸ μέσα στὴν Ἑλλάδα». («Μαυρόλυκοι», τ. Α΄  σελ. 13). 

Οἱ «Μαυρόλυκοι» τελειώνουν μὲ τὸν Ρήγα. Γράφει ὁ Πετσάλης: «Σταμάτησα πρὶν φτάσω στὸ Μεγάλο Ὁρόσημο τοῦ 1821. Σκοπός μου ἤτανε νὰ φέρω τὸν Ἑλληνισμὸ  ὡς τὴν αὐγή...καὶ νὰ τὸν δῶ νὰ ξυπνάει καὶ νὰ τινάζεται. Τινάζεται ἀπάνω ὁλοζώντανος καὶ νέος. Πρὸ πάντων νέος. Τριῶν χιλιάδων χρόνων καταγωγὴ τοῦ πάλιωσε τὸ αἷμα, καθὼς παλιώνει τὸ κρασί, τό  ΄κανε πιὸ δυνατὸ καὶ πιὸ ἐκλεχτό».

Μιὰ ἐπιτομὴ τῆς ἐποποιίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ ἕως τὴν ἀπελευθέρωσή Του καὶ τὰ πρῶτα του βήματα στὸ ἀνεξάρτητο κράτος εἶναι τὸ ἐπίσης ἱστορικὸ μυθιστόρημά του  «Ἡ Καμπάνα τῆς Ἁγία Τριάδας» (Βιβλιοπ. τῆς «Ἑστίας», Β΄ Ἔκδ., 1969). Σὲ αὐτὸ ἡ ἑνότητα τοῦ ἔργου ἐξασφαλίζεται χάρη σὲ ἕνα τόπο, σὲ ἕνα ἐκκλησάκι καὶ σὲ μιὰ καμπάνα. Γιὰ τὰ ὅσα συνέβησαν κατὰ τὸ 1821 καὶ ἕως τὰ χρόνια του Ὄθωνα ὁ Θανάσης Πετσάλης – Διομήδης γράφει τὸ ἐκτενὲς ἱστορικὸ μυθιστόρημά του «Ἑλληνικὸς Ὄρθρος» (Ἔκδ. «Ἑστίας»). Κεντρικὸ πρόσωπο τοῦ μυθιστορήματος εἶναι ὁ Ἰωάννης Κωλέττης. Μὲ κέντρο αὐτὸν ἀναπλάθεται ἡ ἐποχὴ καὶ τὰ ὅσα συνέβησαν σὲ αὐτήν.

Μὲ τὰ ἱστορικά του μυθιστορήματα ὁ Θανάσης Πετσάλης - Διομήδης ἐπιτυγχάνει νὰ ξυπνήσει τὴν ἐθνικὴ μνήμη. Γράφει ὁ Ἀπ. Σαχίνης στὸ προαναφερθὲν βιβλίο του: «Μᾶς κάνει νὰ γνωρίσουμε καλύτερα τὸν ἑλληνικὸ ἑαυτό μας καὶ νὰ ἐπιβεβαιώσουμε τὶς ρίζες τοῦ ἔθνους μας» («Τὸ ἀφηγηματικὸ ἔργο τοῦ Πετσάλη» σελ. 9). Ὁ Πετσάλης προερχόταν ἀπὸ μεγαλοαστικὸ περιβάλλον, οἱ σπουδές του νομικὲς κ.ἄ. ἦσαν ἄσχετες πρὸς τὴν Ἱστορία, τὰ περισσότερα διαβάσματά του κοσμοπολίτικα καὶ ἡ τετραετὴς διαμονή του (1920-1924) στὸ Παρίσι σὰν Κίρκη στὴν ψυχή του. Ὁ ἴδιος πιστεύει ὅτι συνέβη ἕνα θαῦμα, ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα. Ἀφοῦ τελείωσε στὴν Ἀθήνα τὴ Νομικὴ Σχολὴ περιόρισε τὴ γραφὴ κοσμικῆς λογοτεχνίας παράτησε τὴν καριέρα του στὴν Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος  καὶ ἴσως ἕνα μέλλον πολιτικό, καὶ στράφηκε  στὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα καὶ στὴν ἐποποιία τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὴν τουρκοκρατία καὶ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821.  Στὴ διατριβή της γιὰ τὸν Πετσάλη  ἡ Δήμητρα Πικραμένου – Βάρφη σημειώνει ὅτι οἱ συνεχεῖς ἀναζητήσεις του στὴν τριετία 1936-1938 δείχνουν ὅτι δὲν ἦταν ἱκανοποιημένος ἀπὸ τὰ ὡς τότε λογοτεχνικὰ δημιουργήματά του. (“«Θανάσης Πετσάλης – Διομήδης». «Ἡ πνευματικὴ ὁδοιπορία του» καὶ «Οἱ Μαυρόλυκοι»”, ΕΛΙΑ, Ἀθήνα, 1986, σελ. 133).

Ὁ ἴδιος στὸ προλογικὸ σημείωμά του στοὺς «Μαυρόλυκους» γράφει ὅτι συζητῶντας μὲ τὸν πολυμαθῆ θεῖο τοῦ Ἀλέξανδρο Διομήδη, ὁ ὁποῖος διετέλεσε καὶ πρωθυπουργός, γιὰ τὸν Βυζαντινὸ Ἑλληνισμὸ καὶ τὸν Ἑλληνισμὸ τῆς Τουρκοκρατίας τοῦ γεννήθηκε ἡ ἀπορία πῶς ὁ λαὸς αὐτὸς ἐπιβίωσε ἐπὶ 400 χρόνια. «Καὶ ξαφνικὰ ἡ ἀπορία πῆρε μορφή, χύθηκε μέσα του, ἅπλωσε καὶ τὸν γέμισε. Καὶ σκάβοντας ἀντίκρισε τὸν Ἑλληνισμό, τὸ αἷμα μας....σὲ τί τάρταρα κύλησε καὶ σὲ τί Ὄλυμπους ἄγγιξε!...» (Τόμ. 1ος, σελ. 10)... Ὁ Πετσάλης ὠφελεῖ τὸν κάθε Ἕλληνα ποὺ διαβάζει τὰ ἱστορικὰ μυθιστορήματά του, γιατί τοῦ δημιουργεῖ τὴν αἰσιοδοξία, ὅτι ὅσο  χαμηλὰ καὶ ἂν πέφτουμε, ἔχουμε τὸ ψυχικὸ ἀπόθεμα  νὰ ἀνακάμψουμε καὶ νὰ συνεχίσουμε τὴν ἱστορική μας πορεία.