Κ.Γ.Παπαδημητρακόπουλου,
«Ἡ νηστεία εἶναι χαρά!»
Ὀρθόδοξος
Τύπος 6.3.2020
Σὲ
πολλούς, καλοί μου φίλοι, ὑπάρχει ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη μας θέλει τὸν
ἄνθρωπο σκυθρωπὸ καὶ λυπημένο. Ἀγέλαστο καὶ κατηφή. Μακριὰ ἀπ’ τὶς χαρὲς τοῦ
κόσμου. Καὶ ὡς παράδειγμα σ’ αὐτό, ἂν θέλετε τὸ πιὸ κραυγαλέο, μᾶς φέρνουν τὴ
νηστεία!
Ἐπιπλέον
καὶ σὲ πολλοὺς ἀπὸ μᾶς ἔρχεται αὐτὸ σὰν πειρασμός. Ὅτι δηλαδὴ ἐνῶ οἱ ἄλλοι τρῶνε
καὶ ἀπολαμβάνουν τὰ πάντα, ἐμεῖς νηστεύουμε καὶ στερούμαστε ἀκόμη κι αὐτὰ τὰ ὑλικὰ
ἀγαθά. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐν τέλει, στερούμαστε τὴ χαρὰ τῆς ζωῆς. Τί πλάνη! Ἀλλὰ καὶ
τί πειρασμὸς στ’ ἀλήθεια!
* * *
Δὲν
θὰ μιλήσουμε γιὰ τὴ χαρά, τὴν πλέρια καὶ ἀνυπέρβλητη χαρὰ ποῦ ζεῖ κανεὶς στὴν Ὀρθόδοξη
Πίστη, ἀλλὰ γι’ αὐτὴ τούτη τὴ χαρὰ ποὺ ἀπολαμ- βάνει ἀκόμη καὶ ὅταν νηστεύει, ὅσο
ἀντιφατικὸ καὶ νὰ φαίνεται. Ἐξάλλου γιὰ τὸ θέμα τῆς χαρᾶς ἔχουμε ἀναφερθεῖ καὶ ἄλλες
φορὲς ἀπ’ αὐτὴ τὴ στήλη.
Λοιπόν,
τὸ πρῶτο ποὺ ἔχουμε νὰ ποῦμε ἐπ’ αὐτοῦ εἶναι, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, μᾶς ἔδωσε
τὸ παράδειγμα τῆς νηστείας. Τότε ποὺ νήστεψε, καὶ μάλιστα πάρα πολὺ αὐστηρά, γιὰ
40 ἡμέρες καὶ λίγο πρὶν ἔρθει ἀντιμέτωπος μὲ τὸν σατανᾶ!
Τί
μᾶς τονίζει, λοιπόν, καὶ μάλιστα στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του; Ὅτι «ὅταν
νηστεύετε, νὰ μὴ γίνεστε σκυθρωποί...». Καὶ ἐπιπλέον αὐτὸ: « Ἐσύ, ἀντίθετα, ὅταν
νηστεύεις, περιποιήσου τὰ μαλλιά σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπό σου...» (Ματθ. 6: 16).
Κι
αὐτὸ τὸ εἶπε μὲν γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε ἀπὸ τοὺς ὑποκριτές, ὅπως τοὺς ἀποκαλεῖ, ἐκείνους
δηλαδὴ ποὺ γίνονταν παντοιοτρόπως σκυθρωποί, γιὰ νὰ δείχνουν στοὺς ἀνθρώπους
πόσο «καλοὶ» καὶ «ἅγιοι» εἶναι, ἀφοῦ νηστεύουν καὶ τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ,
ὅμως ἔχει καὶ τὴ διάσταση τῆς ψεύτικης εἰκόνας τοῦ πιστοῦ, ὅτι δηλαδὴ
παρουσιάζει ἕνα τόσο θλιμμένο πρόσωπο, ἐνῶ αὐτὸ δὲν εἶναι ἀληθές.
Ἐξάλλου
ὁ Χριστός, σὲ καμμιὰ περίπτωση καὶ γιὰ τίποτα ἀπολύτως δὲν μᾶς θέλει θλιμμένους
καὶ σκυθρωπούς, οὔτε καὶ γιὰ τὸν θάνατο ἀκόμη, πολὺ δὲ περισσότερο ὅταν τηροῦμε
τὶς ἐντολές Του, ὅπως καὶ τὸ παράδειγμά Του.
Τὸ
δεύτερο ποὺ ἔχουμε νὰ ποῦμε εἶναι αὐτὸ ποὺ τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ τόσο ὀλιγαρκὴς
καὶ ἀσκητικός, ἂν θέλετε κι ἀπ’ τὴ δική του ἐμπειρία. Ἀναφέρει, λοιπόν, τοῦτο:
«Εἶναι
ἄτοπο νὰ μὴ χαιρόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ νὰ λυπούμαστε μὲ τὴν ἐναλλαγὴ
τῶν τροφῶν καὶ νὰ φαινόμαστε ὅτι χαριζόμαστε στὴν εὐχαρίστηση τῆς σάρκας, παρὰ
στὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς. Γιατὶ ὁ μὲν κόρος περιορίζει τὴν τέρψη στὴν κοιλιά, ἡ
δὲ νηστεία ἀνεβάζει τὸ κέρδος στὴν ψυχή. Νὰ χαίρεσαι γιατὶ σοῦ ἔχει δοθεῖ ἀπὸ Ἰατρὸ
φάρμακο, τὸ ὁποῖο καταστρέφει τὴν ἁμαρτία».
Βλέπουμε,
λοιπόν, ὅτι τὸ φάρμακο αὐτὸ ποῦ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, ἡ νηστεία δηλαδή, ἐπειδὴ
φέρνει τὴν ὑγεία καὶ μεγάλο κέρδος στὴν ψυχή μας, ἐν τέλει μᾶς γεμίζει μὲ χαρά.
Δόξα Σοί, Κύριε!
Ἀκολούθως
ὁ ἱ. Χρυσόστομος πανηγυρικὰ τονίζει τὸ ἴδιο, λέγοντας καὶ τοῦτο ἀκόμη: Ὅτι ἡ
νηστεία εἶναι γιὰ μᾶς γιορτή! Ἂς τὸ δοῦμε ...
«Ἡ
περίοδος τῆς νηστείας εἶναι γιὰ μᾶς γιορτή. Καὶ οἱ κοσμικοὶ μὲν καὶ οἱ ἄπιστοι ἂς
ὀνομάζουν γιορτὲς καὶ πανηγύρια τὴ μέθη κι ὅλη τὴν ἀκολασία καὶ τὶς αἰσχρὲς
πράξεις, τὶς ὁποῖες εἶναι φυσικὸ νὰ πράττουν ἕνεκα αὐτοῦ. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅμως,
ἀντίθετα πρὸς αὐτούς, ὀνομάζει γιορτὴ τὴ νηστεία, τὴν περιφρόνηση τῆς κοιλιᾶς, ὅπως
καὶ κάθε ἀρετὴ ποῦ ἀκολουθεῖ ἀπ’ τὴ νηστεία. Γιατὶ ἡ νηστεία εἶναι ἡ ἀληθινὴ
γιορτή, ὅπου ὑπάρχει ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν, ὅπου ὑπάρχει εἰρήνη καὶ ὁμόνοια, ὅπου
ἔχει ἀπομακρυνθεῖ κάθε κοσμικὴ ἐκδήλωση».
Ἐπιπλέον
τονίζει ὅτι ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ ἀνάμνηση τῆς νηστείας μᾶς δίνει χαρά! Δέστε ...
«Ὄχι
μόνο ἡ παρουσία τῆς νηστείας, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ ἀνάμνησή της θὰ μποροῦσε νὰ
ὠφελήσει πάρα πολύ. Κι ὅπως τὰ ἀγαπητά μας πρόσωπα, ὄχι μόνο ὅταν εἶναι
παρόντα, ἀλλὰ κι ὅταν ἔρχονται στὸ νοῦ μας, μᾶς γεμίζουν μὲ μεγάλη χαρά, ἔτσι
κι οἱ μέρες τῆς νηστείας».
Εἶναι
ἑπόμενο, λοιπόν, νὰ χαρακτηρίζει τὴ νηστεία φάρμακο ἀλλὰ καὶ λιμάνι τῶν ψυχῶν
μας. Ἂς δοῦμε καὶ τοῦτο τὸν λόγο του:
«Ὅπως
ἡ λαιμαργία γίνεται αἰτία καὶ πρόξενος ἀπείρων κακῶν στὸ ἀνθρώπινο γένος, ἔτσι
καὶ ἡ νηστεία καὶ ἡ περιφρόνηση τῆς κοιλιᾶς γίνεται πάντοτε σ’ ἐμᾶς αἰτία ἀνέκφραστων
ἀγαθῶν».
Νὰ
κι ἕνα ἀκόμη ὑπέροχο παράδειγμά του:
«Δὲν
διώχνει συνήθως τόσο εὔκολα τὸν χειμώνα ὁ ἐρχομὸς τοῦ χελιδονιοῦ, ὅσο ἀπομακρύνει
ἀπ’ τὴ σκέψη μας τὸν χειμώνα τῶν παθῶν ἡ περίοδος τῆς νηστείας».
Αὐτὸ
κι ἂν εἶναι χαρά, δηλαδὴ ἡ ἀπομάκρυνση τῶν παθῶν ποῦ μᾶς φέρνει. Καὶ πόσο εὐφραινόμαστε
ὅλοι τὴν ἐποχὴ τῆς ἄνοιξης! Λέγει ἐπ’ αὐτοῦ καὶ πάλι ὁ ἱ. Χρυσόστομος:
«Ἡ
ἄνοιξη τῆς νηστείας εἶναι σὲ ὅλους μας εὐχάριστη, γιατὶ ὄχι μόνο μᾶς
καταπραΰνει ἀπ’ τὰ κύματα τῶν παράλογων ἐπιθυμιῶν, ἀλλὰ καὶ γιατί μᾶς
στεφανώνει μὲ στεφάνι ὄχι ἀπὸ ἄνθη, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς πνευματικὲς χάριτες».
Πράγματι,
πόσο ἔμπλεος χαρᾶς ἀλλὰ καὶ μεγαλοπρέπειας εἶναι ἐκεῖνος ποῦ νηστεύει! Καὶ πάλι
κατὰ τὸν ἱ. Χρυσόστομο:
«Στάσου
μόνο κοντὰ σ’ αὐτὸν ποὺ νηστεύει κι ἀμέσως μεταλαμβάνεις, ἀπ’ τὴν εὐωδία του.
Γιατὶ αὐτὸς ποὺ νηστεύει εἶναι μύρο πνευματικὸ καὶ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ μὲ τὴ
γλώσσα καὶ μὲ ὅλα φανερώνει τὴν εὐταξία τῆς ψυχῆς του».
Γι'
αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος μᾶς τονίζει:
«Νὰ
περνᾶς ὅλο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς σου μὲ νηστεῖες, προσευχὲς καὶ ἐλεημοσύνες. Εὐτυχισμένος
εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀκούει αὐτὰ καὶ τὰ ἐφαρμόζει».
Ναί,
ἐκεῖ ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐτυχία.
Ἐξάλλου,
ὅπως τονίζει καὶ ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, «“Ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ ζήσει μόνο
μὲ ἄρτο”, γιατὶ ἂν ὁ Θεὸς δώσει δύναμη στὸν ἄνθρωπο, μπορεῖ νὰ μὴ φάγει, καὶ νὰ
ζεῖ ὅπως ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἔζησαν νηστικοὶ
σαράντα ἡμέρες».
Καὶ
τί νὰ ποῦμε δηλαδή, ὅτι αὐτοὶ ἦταν δυστυχισμένοι, ὅταν μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ
τρέφονταν ἀπ’ τὸν Θεό;
Ἂς
θυμηθοῦμε ὅτι, ὅταν ὁ Μωυσῆς κατέβηκε ἀπ’ τὸ Ὄρος Σινᾶ μὲ τὶς δέκα ἐντολὲς ποὺ
τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, τὸ πρόσωπό του ἔλαμπε. Καὶ σὲ τέτοιο βαθμὸ μάλιστα, ποὺ οἱ ἄλλοι
δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν ἀντικρύσουν καὶ ἀναγκάστηκε πλέον νὰ φορᾶ κάλυμμα! (βλ. Ἐξ. 34: 29-35).
Τέλος,
ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ ἐναλλαγὴ τῶν φαγητῶν, κατὰ τὸν Μέγα Βασίλειο, εἶναι ἱκανὴ νὰ μᾶς
δώσει εὐφροσύνη. Ἀναφέρει συγκεκριμένα:
«Ἡ
νηστεία γίνεται ἀφορμὴ γιὰ εὐφροσύνη. Γιατὶ ὅπως ἡ δίψα καθιστᾶ γλυκὸ τὸ ποτὸ
καὶ ἡ πείνα ποὺ προηγήθηκε παρασκευάζει γλυκὸ τὸ τραπέζι, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία
μεγαλώνει τὴν ἀπόλαυση τῶν φαγητῶν. Γιατὶ μὲ τὸ νὰ παρεμβληθεῖ στὸ μέσο καὶ νὰ
διακόψει τὴ συνέχεια τῆς τρυφῆς θὰ κάνει ὥστε νὰ σοῦ φανεῖ, σὰν ἀπόδημος ἐπιθυμητή,
ἡ μετάληψη. Ὥστε ἂν θέλεις νὰ ἑτοιμάσεις ἐπιθυμητὸ γιὰ τὸν ἑαυτό σου τραπέζι,
δέξου τὴ μεταβολὴ ποὺ ἐπιβάλλει ἡ νηστεία».
* * *
Πραγματικά,
πόσο ὠφέλιμες εἶναι ὅλες οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ! Πόσο ζωογόνες! Καὶ γιὰ τοῦτο τί
πηγὴ χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης! Κι εἶναι γιὰ ὅλους μας, βέβαια. Καὶ γιὰ τοὺς νέους
καὶ γιὰ τὰ παιδιὰ ἀκόμη. Ἀρκεῖ νὰ ποῦμε τοῦτο μόνο ποὺ τονίζει ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Μ.
Βασίλειος γιὰ τὴ νηστεία: «Τὰ παιδιά, ὅπως τὰ θαλερὰ ἀπ’ τὰ φυτά, ἔτσι μὲ τὸ
νερὸ τῆς νηστείας νὰ ποτίζονται». Μὲ τίποτα, λοιπόν, ἂς μὴ στερηθοῦμε τὴ χαρὰ τῆς
νηστείας. Ὅλοι μας!