Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

Ἀναστάσιου Πολυχρονιάδη, Περὶ τῆς Θεοτόκειας Ἀειπαρθενίας

Ἀναστάσιου Ὁμ. Πολυχρονιάδη

Περὶ τῆς Θεοτόκειας Ἀειπαρθενίας
(ὀφειλόμενη ἀπάντηση στὸν Ἡρακλῆ Φίλιο, νῦν κληρικὸ τῆς Μητροπόλεως Σταγῶν καὶ Μετεώρων)
 
http://aktines.blogspot.com/2024/01/blog-post_71.html

Στὶς 14/8/2015 εἶχε δημοσιευθεῖ ἕνα ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ Θεομήτωρ καὶ ὁ Εὐσεβισμὸς τῆς Αἵρεσης» - ποὺ ὑπάρχει ἀνσρτημένο μέχρι σήμερα - στὸν ἱστοχῶρο pemptousia.gr. Συντάκτης του ὁ Ἡρακλῆς Φίλιος, νῦν κληρικὸς τῆς Μητροπόλεως Σταγῶν καὶ Μετεώρων. Ἐκεῖ, μεταξὺ ἄλλων, διατυπώνει τὸ ἐρώτημα: «Ἂν ἡ Παναγία δὲν ἦταν Παρθένος ἀλλὰ μία γυναῖκα ποὺ εἶχε συνάψει νόμιμη σχέση, ὁ Θεὸς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθεῖ στὴν μήτρα της; Δηλαδὴ τὸ μέγα μυστήριο εἶναι τὸ ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου; 

Στὸ ἴδιο ἄρθρο σημειώνεται: «Ἔχω τὴν αἴσθηση πὼς δὲν ἔχουμε κατανοήσει ἀκόμη τὸ ἀχώρητο μυστήριο ποὺ ἔχει συντελεστεῖ. Καὶ ὁ μονοφυσιτισμὸς τῆς σκέψης ὅτι τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀναλώνεται στὴν παρθενία τῆς Θεοτόκου, ἔχει πάλι νὰ κάνει μὲ τὸ ζήτημα τῆς καθαρότητος, μόνο ποὺ αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὑπερτονίζεται ὡς συνήθως ἀπὸ συντηρητικοὺς θεολογικοὺς κύκλους ποὺ αἱρετικὰ πλέον ἐντοπίζουν μιὰ σωτηριολογικὴ ἀπολυτότητα στή ''θεολογία τῆς ἀνάγκης'' ὅπου ἔπρεπε μὲ ἄλλα λόγια ἡ Παναγία νὰ εἶναι Παρθένος καὶ πὼς αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ ἀγῶνα τοῦ θιασώτη ἐκείνης, ἁγίου Κυρίλλου τοῦ Ἀλεξανδρέα στὴν Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Ἐφέσου (431 μ.Χ.)».

«Ὁ ἅγιος Κύριλλος» σημειώνει καὶ πάλι, ὁ Φίλιος, «μὲ τοῦ ὁποίου τὴ θεολογικὴ σκέψη ὁμολογῶ ὅτι εἶμαι ἀθεράπευτα ἐρωτευμένος, δὲν ἔδωσε τὸν ἀγῶνα κατὰ τοῦ Νεστορίου στὴν Ἔφεσο γιὰ τὴν παρθενία τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ γιὰ τὸ μεγαλύτερο μυστήριο ποὺ συντελέστηκε στὴν ἀνθρώπινη φύση μιᾶς γυναικός. Τὴ θεομητρότητά της. Μέγα μυστήριο δὲν εἶναι ἡ παρθενία ποὺ συναντᾶται σὲ κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη ποὺ τὸ ἐπιλέγει ἐλεύθερα, ἀλλὰ μυστήριο εἶναι ὅτι ἔγινε ἡ ἴδια ἡ Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου, χωρῶντας μέσα της Ἐκεῖνον τὸν ὁποῖο ὁ ἅγιος μάρτυς Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος χαρακτηρίζει ''τόπῳ τε ἀχώρητος, καὶ τῷ κόσμῳ ὅλῳ''»[1].

Κατ' ἀρχάς, ἐπειδὴ ὁ συντάκτης τοῦ ἄρθρου ἀναφέρει καὶ τὸν ἅγιο Ἰουστῖνο, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Φιλόσοφος καὶ Μάρτυς ἀποκαλεῖ στὰ ἔργα του τὴν Παναγία ὡς «Παρθένον» 25 φορὲς καὶ ὡς «Ὅρος» μία φορά[2]. Διαβάζοντας, ἀκολούθως, τὴν ἐπισήμανση τοῦ μεγάλου σύγχρονου θεολόγου π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου γιὰ τὸ Ἀλατόμητο βουνὸ (Ὅρος), τονίζει ὅτι ἐκεῖνο συμβολίζει τὴ Θεοτόκο καὶ «σημαίνει ὅτι ἀποσπᾶται πέτρα, χωρὶς ἀνθρώπινο χέρι». Δηλαδὴ ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, θὰ γίνονταν ἄνθρωπος, χωρὶς τὴν ἐπέμβαση ἀνδρός, ποὺ σημαίνει «ἐκ Παρθένου»[3]. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι, ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ἀναφερόμενος στὴν Παναγία ὁμιλεῖ μόνο γιὰ τὸ μυστήριο τῆς Παρθενίας.

Ἀλλὰ καὶ στὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας -μὲ «τὴ θεολογικὴ σκέψη» τοῦ ὁποίου ὁ Φίλιος δηλώνει «ἀθεράπευτα ἐρωτευμένος»- ἡ Παναγία ἀναφέρεται ὡς «Παρθένος» 207 φορὲς καὶ ὡς «Θεοτόκος» 77[4]. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἅγιος Κύριλλος ὄχι μόνο δὲν διαχωρίζει τὸ μυστήριο τῆς Ἀειπαρθενίας ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Θεοτοκίας, ἀλλὰ ἀντίθετα τονίζει τὸ πρῶτο φανερώνοντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὅτι εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ μὲ τὸ δεύτερο. Γιὰ αὐτὸ ἀναφωνεῖ: «ὑμνὸῦντας τὴν ἁεἰπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν»[5]. Καὶ σημειώνει: «ἰδοὺ δὴ πάντες οἱ πανάριστοί τε καὶ σοφοὶ κατὰ καιροὺς ἡμῶν γεγονότες Πατέρες, καὶ Θεοτόκον ὀνομάζουσι τὴν ἁγίαν Παρθένον»[6]. Συνεπῶς, στὴν Ἐκκλησία τὸ μυστήριο τῆς Θεοτοκίας εἶναι ἀναπόσπαστο ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Παρθενίας. Γιὰ αὐτὸ καὶ στοὺς λόγους τῶν Πατέρων, ὅπου Θεοτοκία ἐκεῖ καὶ Παρθενία-Αειπαρθενία[7].

Ἐπιπροσθέτως ὑπενθυμίζουμε ὅτι, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ὁ Φίλιος παραθεωρεῖ καὶ τὸν γνωστὸ λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Ἐκεῖνον ποὺ λέγει γιὰ τὴν Παναγία: «τὸ τῆς παρθενίας κειμήλιον [...] τὴν πρὸ τόκου παρθένον, καὶ ἐν τῷ τίκτειν παρθένον, καὶ μετὰ τόκον παρθένον, τὴν μόνην, καὶ νῷ, καὶ ψυχῇ, καὶ σώματι ἀειπαρθενεύουσαν»[8]. Τὸ ἴδιο λάθος πράττει, ὁ συντάκτης τοῦ ἄρθρου, καὶ γιὰ τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ποὺ ἀποκαλεῖ τὴν Παναγία ὡς ἁγία Θεοτόκο καὶ Ἀειπάρθενο[9].

Ἀκολούθως, ἂν μελετήσουμε τό «Ἐγκώμιον εἰς τὸ Γενέθλιον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου», ποὺ συνέγραψε ὁ ποιητὴς τοῦ Μεγάλου Κανόνα, ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, βλέπουμε πὼς «ταυτίζει τὴν παρθενία μὲ τὴ διπλῆ ἀφθαρσία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος»[10]. «Τὴ θέση αὐτὴ ἀναπτύσσει περισσότερο» ὁ Συμπολιοῦχος τῆς Θεσσαλονίκης, ἅγιος «Γρηγόριος Παλαμᾶς ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι, ὅπως δηλώνει καὶ τὸ ὄνομά της, ἡ Παναγία ἦταν Παρθένος καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή. Συνέπεια τῆς παρθενίας ἦταν ὁ ἐμπλουτισμὸς τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς καὶ τῶν αἰσθήσεων τοῦ σώματός της καὶ ἡ παράλληλη ἀποχὴ ἀπὸ κάθε μολυσμό». «Ὅλα αὐτὰ συνοψίζονται στὴν ἀκόλουθη περιεκτικὴ θεολογικὴ διατύπωση: ''πᾶσαν εἶχεν τὴν τῆς ἁγνείας παντελῆ παγκτησίαν''»[11]. «Εἶναι φανερό», λοιπόν, «ὅτι στὸ παραπάνω χωρίο ἐπιτείνεται καὶ θεμελιώνεται θεολογικὰ καὶ ἠθικὰ ἡ μεγάλη σημασία τῆς καθολικότητας τῆς παρθενίας, μὲ τὴν ἐπανάληψη στὴν ἴδια φράση τοῦ ὁμόηχου ''πᾶν'': «πᾶσαν, παντελῆ, παγκτησίαν»[12].

Ἄλλωστε, ὅπως τονίζει ὁ Ἐπίσκοπος Ἀχελώου, Εὐθύμιος, στὸ βιβλίο ποὺ συνέγραψε γιὰ τὴν Παναγία, ἡ «Παρθενία [...] εἶναι μία ὁλοκληρωμένη ψυχοσωματικὴ κατάστασις τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως»[13], γιὰ αὐτὸ καὶ παραθέτει τὸ σχετικὸ Χρυσοστομικὸ χωρίο: «παρθενίας ὅρος τὸ καὶ σώματι καὶ πνεύματι εἶναι ἁγίαν»[14].

Ὁ μεγάλος Θεοτοκολόγος Πατήρ, Πρόκλος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «διάδοχος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου»[15], «ἐξαίρει ὄχι μόνο τὴν παρθενικὴ σύλληψη καὶ τὴ γέννηση (in patru) τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ἀλλὰ εἰδικὰ τὴ μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ παρθενία της (post partum), δηλ. τὴν ἀειπαρθενία της, ὥστε νὰ μὴ μείνει καθόλου χῶρος στὴ μόνιμη νεστοριανικὴ ἄρνηση τῆς θεολογικῆς ἀλήθειας ὅτι ἡ Παρθένος γέννησε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ Λόγο»[16].

Μάλιστα ὅταν ὁ Ἱερὸς Πατὴρ ἀποκαλεῖ τὴν Παναγία ὡς Θεοτόκο ταυτόχρονα τὴν ἀποκαλεῖ καὶ ὡς Παρθένο[17]. Δὲν διαχωρίζει, δηλαδή, τὸ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ μυστήριο, Θεομητρότητας καὶ Ἀειπαρθενίας.

Θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε ἐδῶ καὶ τὴν εἰκονογραφικὴ ἀποτύπωση τῆς Θεοτόκειας Ἀειπαρθενίας. Μιᾶς καί, σύμφωνα μὲ τὸν Κόντογλου, τίποτα δὲν ἀποτελεῖ περιττὸ στοιχεῖο στὴν ἀπεικόνιση τῆς θείας πραγματικότητας[18]. Ἄν, λοιπόν, ἡ Ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου ἀποτελοῦσε μιὰ δευτερεύουσα πραγματικότητα –ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Φίλιος- τότε σίγουρα θὰ παραλείπονταν ἀπὸ τὸν ζωγράφο τα τρία ἀστέρια ποὺ περιβάλλουν τὴν Παναγία, στὶς περισσότερες εἰκόνες της, -καὶ τοποθετοῦνται στὸ δεξιὸ καὶ ἀριστερὸ ὦμο της καθὼς καὶ στὸ μέτωπό της[19]-. Ἀκριβῶς, λοιπόν,αυτή ἡ τοποθέτησή τους φανερώνει τὸ μεγαλεῖο τοῦ μυστηρίου τῆς Θεοτόκειας Ἀειπαρθενίας (πρὸ τόκου, κατὰ τὸν τόκο καὶ μετὰ τόκον). Aποτυπώνει, δηλαδή, τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ Πρόσωπό της[20] .

Καταλήγοντας, θὰ θέλαμε νὰ τονίσουμε πὼς ὁ συντάκτης τοῦ ἐν λόγῳ ἄρθρου ξεκινᾶ, ἀναφέροντας πώς: «Μία ὄμορφα καλλιτεχνημένη στάμνα σὲ μία ἄκρη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου, ἀναγράφει πάνω της μία ἀχώρητη ἀλήθεια, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ''ὁ οὐρανὸς δὲν ἐμπόρεσε νὰ τὸν χωρέσει καὶ μιὰ γυναῖκα τὸν ἐχώρησε''». Γιὰ νὰ καταλήξει λέγοντας πώς: «Αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς σαρκωμένης ἀλήθειας» ἀποτελεῖ τὸ θέμα τῆς διευρεύνησής του στὸ συγκεκριμένο ἄρθρο.

Θέλουμε, λοιπόν, νὰ ἀπαντήσουμε σὲ αὐτὸ ὅτι, στὸν Παρακλητικὸ Κανόνα τῆς Παναγίας Γοργοϋπηκόοου τῆς Μονῆς Δοχειαρίου ἡ Θεοτόκος ἀναφέρεται ὡς Παρθένος καὶ Μητροπάρθενος συνολικὰ 11 φορές. Γεγονὸς ποὺ ἀποτυπώνει τὴν ἑνότητα τοῦ μυστηρίου Παρθενίας καὶ Θεομητρότητας, ὅπως τὴ βιώνει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν ἐκφράζει ὁ ποιητὴς τοῦ Κανόνα, ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[21].

Ὡς ἐκ τούτου, ἡ διαίρεση τοῦ μυστηρίου – ποὺ ἐπιχειρεῖται ἀπὸ τὸν Φίλιο- στὸ Πρόσωπο τῆς Παναγίας, ἔχει ὡς συνέπεια τὸν πλήρη ἐξανθρωπισμὸ τοῦ Χριστοῦ (ἀφοῦ ὁ Χριστός, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ ἴδιος, θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ ὁποιαδήποτε γυναῖκα) καὶ τὴ «διαίρεσή του ἀπὸ τὸν Θεὸ Λόγο». Αὐτὸ μὲ μιὰ λέξη ὀνομάζεται Χριστομηδενισμὸς[22] καὶ σημαίνει τὴν ἀκύρωση τῆς Ὀρθόδοξης ἐμπειρίας γιὰ τὴν πραγματικότητα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Καλὸ θὰ ἦταν, ὡς ἐκ τῶν ἀνωτέρω, νὰ μὴ χαρακτηρίζει ὁ Φίλιος ὡς αἱρετικούς τοὺς διακηρύσσοντες τὸ Μυστήριο τῆς Παρθενίας τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ νὰ ζητήσει νὰ προσεγγίσει τὴ σημασία του γιὰ τὸ ἀσκητικὸ πρόταγμα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας καὶ ζωῆς.



Υ.Γ. Θὰ θέλαμε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι, τὸ παρὸν ἄρθρο ἀναρτήθηκε στὸν ἱστοχῶρο pemptousia.gr στὶς 14 Αὐγούστου 2015 καὶ ὡς συντάκτης του ἀναφέρεται ὁ Ἡρακλῆς Ἀθ. Φίλιος, Βαλκανιολόγος-Θεολόγος, Κληρικὸς τῆς Ι.Μ. Σταγὼν & Μετεώρων[23]. Διαβάζοντας ὅμως τὸ βιογραφικὸ σημείωμα τοῦ Φίλιου, ὅπως αὐτὸ ἀναρτᾶται στὸν ἱστοχῶρο τῆς Μητροπόλεως Σταγῶν καὶ Μετεώρων, ὑπογραμμίζουμε τὰ ἀκόλουθα: «Στὶς 21 Ὀκτωβρίου 2018 χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σταγῶν & Μετεώρων κ. Θεόκλητο στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ὁσίων Μετεωριτῶν Καλαμπάκας καὶ στὶς 3 Μαρτίου 2019 πρεσβύτερος στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Δημητρίου Διάβας, ὅπου καὶ τοποθετήθηκε ἐφημέριος ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σταγῶν & Μετεώρων κ. Θεόκλητο»[24]. Τὸ παράδοξο ποὺ προκύπτει, εἶναι: Πῶς ὁ Φίλιος ἀναφέρεται τὸ 2015 ὡς κληρικὸς τῆς Μητροπόλεως Σταγῶν καὶ Μετεώρων, ἐνῶ χειροτονήθηκε διάκονός της τὸ 2018;

Ἐπίσης, στὸ τέλος τοῦ συγκεκριμένου ἄρθρου ἀναγράφεται ὅτι ἀκολουθεῖ καὶ δεύτερο μέρος. Ὡστόσο, τούτη ἡ συνέχεια δὲν φαίνεται νὰ ἔχει ἀναρτηθεῖ.


[1] Ἅγιος Ἰουστῖνος, Φιλόσοφος καὶ Μάρτυς, Πρὸς Τρύφωνα Ἰουδαῖον, Διάλογος, PG 6, 772b.

[2] Χρστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον, Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 24-25. «Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι τὸ Ὄρος ποὺ εἶδε ὁ Δανιὴλ τὸ ἀλατόμητο, ἀπ' ὅπου προῆλθε ὁ λίθος Χριστὸς ἄνευ ἀνθρωπίνων χειρῶν, ἀλλὰ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου. Ἔτσι, τὸ Ὄρος τὸ ἀλάξευτο συμβολίζει ἀκριβῶς αὐτὴν τὴν ἀκραιφνῆ ἁγνεία τῆς Θεοτόκου».

[3] π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, Ἑρμηνεία Προφητειῶν τοῦ Προφήτου Δανιήλ, (https://youtu.be/Rr0PKa8INfo, 2:29:25), βλ. Δανιὴλ 2,34. Πρβλ. Παρασκευὴ Κοσμίδου, Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος στὰ λειτουργικὰ βιβλία τῶν Θεοτοκαρίων, Διπλωματικὴ Μεταπτυχιακὴ Ἐργασία, Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2021, σ. 58,

[4] Χρστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον, Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων, σσ. 129- 141.

[5] PG 77, 996c. Πρβλ. Χρστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον, Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων, σ. 133.

[6] PG 76, 1217c. Πρβλ. Χρστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον, Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων, σ 135..

[7] Ἰωάννης Κουρεμπελές, Ἡδονοδοξία, Κριτικὴ στὴ μεταπατερικὴ θεώρηση τῆς Παρθενίας τῆς Θεοτόκου, Ἀλτιντζῆς, Θεσσαλονίκη 2019, σ. 52.

[8] PG 96, 668c⸱ πρβλ. Εὐτυχίας Γιούλτση, Ἡ Παναγία, Πρότυπο Πνευματικῆς Τελειώσεως, Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σσ. 142-143.

[9] PG 91, 592c⸱ πρβλ. Εὐτυχίας Γιούλτση, Ἡ Παναγία, Πρότυπο Πνευματικῆς Τελειώσεως, σ. 142.

[10] PG 97, 817d⸱ πρβλ.. Εὐτυχίας Γιούλτση, Ἡ Παναγία, Πρότυπο Πνευματικῆς Τελειώσεως, σ. 142.

[11] PG 151, 172ΑΒ⸱ πρβλ. Εὐτυχίας Γιούλτση, Ἡ Παναγία, Πρότυπο Πνευματικῆς Τελειώσεως, σ. 142.

[12] Εὐτυχίας Γιούλτση, Ἡ Παναγία, Πρότυπο Πνευματικῆς Τελειώσεως, σ. 142.

[13] Εὐθύμιος Στύλιος, Ἐπίσκοπος Ἀχελώου, Ἡ Πρώτη, Θεομητορικὸ Ἡμερολόγιο, Σήμαντρο, Ἀθήνα 1987 (β΄έκδοση), σ. 219.

[14] PG 48, 537. Βλ. Εὐθύμιος Στύλιος, Ἐπίσκοπος Ἀχελώου, Ἡ Πρώτη, Θεομητορικὸ Ἡμερολόγιο, σ. 219..

[15] Χριστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων, σ.142. Βλ. Ἰωάννης.Κουρεμπελές, Ἡ ὁμιλία τοῦ Πατριάρχη Πρόκλου ''εἰς τὴν Παναγίαν Θεοτόκον'' καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Νεστορίου, Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 79.

[16] Ἰωάννης Κουρεμπελές, Ἡ ὁμιλία τοῦ Πατριάρχη Πρόκλου ''εἰς τὴν Παναγίαν Θεοτόκον'' καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Νεστορίου, σ. 52.

[17] PG 65, 681a: «ἁγία Θεοτόκος Παρθένος Μαρία». Βλ. Χριστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων,, σσ. 142-143. Ἐπίσης, PG 65, 712Β: «Θεοτόκον παρθένον Μαρίαν». Βλ. Χριστοφόρος Κοντάκης, Εἰς τὴν Θεοτόκον Συναγωγὴ Πατερικῶν Ὠδῶν, Προσηγοριῶν καὶ Ἐπιθέτων,, σ. 146.

[18] Φώτης Κόντογλου, «Πρέπει νὰ ἐκσυγχρονιστοῦμε!», http://users.uoa.gr/΄nektar/arts/tributes/fwths kontogloy/kontogloy diafora keimena.htm, ἀνάκτηση 1/1/2024.

[19] Harry Boosalis, Person to Person, The Orthodox Understanding of Human Nature, St. Tikhon's Monastery Press, Pennsylvania USA, 2018, σ. 87.

[20] Harry Boosalis, Person to Person, The Orthodox Understanding of Human Nature, σ. 87.

[21] Θησαυρὸς Ἁγίων, Περιέχων Παρακλητικοὺς Κανόνας, Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 42007, σ. 23-33.

[22] Ἰωάννης Κουρεμπελές, Ἡδονοδοξία, Κριτικὴ στὴ μεταπατερικὴ θεώρηση τῆς Παρθενίας τῆς Θεοτόκου, σ. 57.

[23] https://www.pemptousia.gr/2015/08/i-theomitor-ke-o-efsevismos-tis-eresis/

[24] https://www.inadd.net/iereas/