ΓΙΑΝΝΗ Κ. ΤΣΕΝΤΟΥ
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΤΙΑ
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΤΙΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ
ΜΕΡΟΣ Β΄
Ἀκτῖνες (2010) 198-205
Στὸ προηγούμενο, πρῶτο μέρος τῆς μελέτης μας γιὰ τὴ θέση
τῆς Ὑπατίας στὴ σύγκρουση χριστιανισμοῦ καὶ παγανισμοῦ, ξεκινήσαμε μὲ τὴ
διαπίστωση ὅτι, μ’ ὅλες τὶς δεδομένες ἀνακρίβειες τῆς εἰκόνας μας γιὰ
τὴν Ὑπατία, ὑπάρχει ἕνα τοὐλάχιστον σημεῖο ποὺ σχεδὸν οὐδεὶς
διανοεῖται νὰ ἀμφισβητήσει: ὅτι ἡ Ὑπατία ὑπῆρξε μία μάρτυς τῆς
εἰδωλολατρικῆς παρατάξεως στὴ σύγκρουση χριστιανισμοῦ καὶ παγανισμοῦ. Ἀφήνοντας
ὅμως στὴν ἄκρη τὸ παραμορφωτικὸ κάτοπτρο τοῦ μύθου, θέσαμε τὸ ἐρώτημα ποὺ
θὰ ἔπρεπε αὐτονόητα νὰ θέτει ὁ ἀπροκατάληπτος ἐρευνητής, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπος
ποὺ ἐνδιαφέρεται γνήσια καὶ εἰλικρινὰ νὰ μάθει τὴν ἀλήθεια: Πῶς καὶ ἀπὸ ποῦ γνωρίζουμε αὐτὸ ποὺ θεωροῦμε
ὡς τόσο δεδομένο καὶ αὐτονόητο γιὰ τὴν Ὑπατία; Τὸ θέμα βεβαίως ἐδῶ δὲν εἶναι τί λένε ὅσοι
ἔχουν μιλήσει γιὰ τὴν Ὑπατία στὰ νεώτερα χρόνια καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ
μιλοῦν στὴν ἐποχή μας (ὁ Toland, ὁ Βολταῖρος, ὁ Laconte de Lisle, ὁ Kingsley, ὁ Barrès ἢ ὁ Alejandro Amenábar μὲ τὴν
πρόσφατη ταινία του γιὰ τὴν Ὑπατία), ἀλλὰ τί μᾶς παραδίδουν οἱ πηγές. Γιὰ παράδειγμα, ὁ Kingsley
ἐμφανίζει τὴν προηγουμένως ἐθνικὴ Ὑπατία νὰ προσέρχεται στὸν χριστιανισμὸ καὶ
νὰ τὸν ἀσπάζεται λίγο πρὶν τὸ τραγικὸ τέλος της, ἀλλὰ τὸ ἔργο τοῦ Kingsley δὲν
εἶναι παρὰ ἕνα ἱστορικὸ μυθιστόρημα τοῦ 19ου αἰῶνα, καὶ φυσικῷ τῷ λόγῳ δὲν
μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ὡς πηγή. Ὑπάρχει, λοιπόν, στὶς πηγὲς κάποια ἔνδειξη
ὅτι ἡ Ὑπατία ἦταν ἐθνικὴ καὶ βρέθηκε ἀντιμέτωπη μὲ τὸν χριστιανισμὸ στὴν ἐπικὴ
σύγκρουση τοῦ χριστιανισμοῦ μὲ τὸν παγανισμὸ καὶ τὸν παλαιὸ κόσμο; Ἰδοὺ τὸ
ἐρώτημά μας.
Μία τέτοια ἔνδειξη ἀναζητήσαμε, κατὰ πρῶτον, ὅπως ἦταν
ἄλλωστε λογικό, στὴ διδασκαλία καὶ στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τῆς Ὑπατίας. Καὶ ἔργα μὲν τῆς Ὑπατίας ποὺ θὰ μᾶς
ἐπέτρεπαν νὰ δοῦμε ἰδίοις ὄμμασιν τὴν τοποθέτησή της δὲν σῴζονται, τίποτε ὅμως
στὴ διδασκαλία τῆς Ὑπατίας δὲν φαίνεται νὰ συνηγορεῖ ὑπὲρ τοῦ ὅτι αὐτὴ ἦταν ὑπέρμαχος τῆς εἰδωλολατρίας ἢ πολεμία τοῦ χριστιανισμοῦ. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφθανε αὐτό, ὁ κύκλος τῶν
μαθητῶν τῆς Ὑπατίας γνωρίζουμε ἀπὸ τὶς πηγὲς ὅτι ἦταν κατὰ βάσιν χριστιανικός, καὶ προφανῶς ὅλοι οἱ χριστιανοὶ
ποὺ συνέρρεαν νὰ παρακολουθήσουν
τὰ μαθήματά της, μὲ γνωστότερο τὸν Συνέσιο, δὲν ἔβλεπαν στὴν Ὑπατία τίποτε
ποὺ ἐρχόταν σὲ σύγκρουση μὲ τὴ χριστιανική τους πίστη.
Μία δεύτερη κατεύθυνση πρὸς τὴν ὁποία στραφήκαμε,
ἀναζητώντας κάποια ἔνδειξη ὅτι ἡ Ὑπατία ἦταν ἐθνική, ἦταν τὰ ὅσα γνωρίζουμε ἀπὸ
τὶς πηγὲς γιὰ τὴν παρουσία καὶ τὴ δράση τῆς Ὑπατίας στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ὅμως,
ὅπως διαπιστώσαμε, ὅπως ἀκριβῶς δὲν
βρίσκουμε στὴ διδασκαλία καὶ στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τῆς Ὑπατίας καμμία ἀπολύτως
ἔνδειξη ὅτι αὐτὴ ἦταν ἐθνική, ἔτσι δὲν βρίσκουμε καὶ στὴν παρουσία καὶ στὴ δράση
της στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἀπεναντίας, μάλιστα, γνωρίζουμε ὅτι στὸ πάνδημο
εἰδωλολατρικὸ προσκλητήριο στὸ Σαραπεῖο ἡ Ὑπατία δὲν ἐμφανίσθηκε πουθενά,
πρᾶγμα ποὺ ἀποτελοῦσε μία ἔμπρακτη διαφοροποίησή της ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρικὴ
κοινότητα τῆς Ἀλεξανδρείας.
Τέλος, ἀναζητήσαμε τοὺς ὑμνητὲς τῆς Ὑπατίας. Ἐδῶ ὅμως τὰ
ἀποτελέσματα τῆς ἀναζήτησής μας δὲν ἦταν ἁπλῶς πενιχρά· ἦταν ἐξόχως
ἀνατρεπτικά. Ἐνῷ δηλαδή, μὲ δεδομένη τὴ συμβολικὴ διάσταση ποὺ ἔχει προσλάβει ἡ
δολοφονία τῆς ῾Υπατίας στὸ πλαίσιο τῆς σύγκρουσης τοῦ χριστιανισμοῦ μὲ τὸν
παγανισμό, θὰ ὑπέθετε κανεὶς λογικὰ ὅτι οἱ χριστιανικὲς πηγὲς θὰ προσπαθοῦσαν
νὰ ὑποβαθμίσουν τὴν ἀξία τῆς ῾Υπατίας καὶ οἱ ἐθνικὲς πηγὲς θὰ προέβαλλαν μία
ἀψεγάδιαστη καὶ ἐξιδανικευμένη εἰκόνα τῆς ᾿Αλεξανδρινῆς
φιλοσόφου, στὴν πραγματικότητα συμβαίνει τὸ ἐντελῶς ἀντίστροφο: ἡ ἀψεγάδιαστη
καὶ σχεδὸν ἐξιδανικευμένη εἰκόνα τῆς ῾Υπατίας προβάλλεται ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς συγγραφεῖς,
ἐνῷ ὁ ἐθνικὸς καὶ πολέμιος τοῦ χριστιανισμοῦ Δαμάσκιος, ἡ μόνη
ἐθνικὴ πηγὴ ποὺ μνημονεύει τὴν Ὑπατία, δύσκολα κρύβει τὴ χαμηλή του ἐκτίμηση
–ἡ ὁποία φαίνεται νὰ φθάνει μέχρι καὶ τὴν εὐθεῖα περιφρόνηση– γιὰ τὴν ᾿Αλεξανδρινὴ
φιλόσοφο.
Αὐτὰ ἦταν, ἐν συντομίᾳ, ὅσα εἴδαμε διὰ μακρῶν στὸ
προηγούμενο, πρῶτο μέρος τῆς μελέτης μας γιὰ τὴ θέση τῆς Ὑπατίας στὴ σύγκρουση
χριστιανισμοῦ καὶ παγανισμοῦ.
Εἰς ἀναζήτησιν ἐνδείξεων:
δ) Ποιοί «διεκδικοῦν» τὴν Ὑπατία;
Εἶναι καιρὸς νὰ στραφοῦμε στὸ τελευταῖο σημεῖο ὅπου θὰ
προσδοκούσαμε νὰ βροῦμε μία ἔνδειξη ὅτι ἡ Ὑπατία ἦταν ἐθνική, διερωτώμενοι ἂν
ὑπάρχει κάποιος ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς συγγραφεῖς ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ὁ ὁποῖος, ἔστω
καὶ ἔμμεσα, «διεκδικεῖ» τὴν Ὑπατία γιὰ λογαριασμὸ τῆς εἰδωλολατρικῆς παρατάξεως
στὴ σύγκρουση χριστιανισμοῦ καὶ παγανισμοῦ. Ἂν θέσουμε αὐτὸ τὸ ἐρώτημα μὲ
τὴν εἰλικρίνεια τοῦ ἀπροκατάληπτου ἐρευνητῆ, ἀφήνοντας κατὰ μέρος τὸ
παραμορφωτικὸ κάτοπτρο τοῦ μύθου, θὰ καταλήξουμε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ σὲ ἕνα
ἐξόχως ἀνατρεπτικὸ ἀποτέλεσμα: στὸ συμπέρασμα δηλαδὴ ὅτι, ἂν κάποιοι
«διεκδικοῦν» τὴν Ὑπατία, αὐτοὶ δὲν εἶναι ὁ Δαμάσκιος καὶ οἱ ἄλλοι σύγχρονοί
της ἐθνικοί, ἀλλά... χριστιανοί!!!
Ἕνα παράδειγμα εἶναι ὁ αἱρετικός (εὐνομιανός) ἱστορικὸς
τοῦ Δ΄ - Ε΄ αἰῶνα μ.Χ. Φιλοστόργιος, ὁ
ὁποῖος δὲν ἐμφανίζει βέβαια τὴν Ὑπατία ὡς ἐθνικὴ, ἀλλὰ περιορίζεται νὰ
γράψει ὅτι «δολοφονήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ
πρεσβεύουν τὸν ὁμοούσιον», δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους.1 Ὁ
τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἐμφανίζει ὁ Φιλοστόργιος τὴ δολοφονία τῆς Ὑπατίας καὶ ὁ
ἐκ μέρους του καταλογισμὸς τῆς εὐθύνης κάνει τὴ Maria Dzielska νὰ ἀφήνει ἀνοικτὸ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ εἶχε προσχωρήσει ἡ Ὑπατία σὲ κάποια
ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς αἱρέσεις,2
καὶ ἡ δολοφονία της νὰ ἦταν μία ἐνδοχριστιανικὴ ὑπόθεση. Ἡ
ἀλήθεια εἶναι βέβαια, ὅπως ἄλλωστε ἀναγνωρίζει καὶ ἡ Maria Dzielska,3
ὅτι ὁ Φιλοστόργιος
δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς ἀξιόπιστη πηγή, ἀφοῦ εἶχε συμφέρον νὰ συκοφαντήσει
τοὺς ὀρθοδόξους. Ἄλλωστε, ὁ Φιλοστόργιος εἶναι κατὰ τὸν Φώτιο «ἄνδρας
ψευδολόγος, ποὺ δὲν μένει μακριὰ οὔτε ἀπὸ τὴ μυθολογία»,4 ὁ ὁποῖος
δίνει μαρτυρίες ποὺ ἔρχονται σὲ σύγκρουση μὲ τὶς μαρτυρίες σχεδὸν ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν
ἱστορικῶν, καὶ ἐξυμνεῖ ὅλους τοὺς ἀρειανίζοντες καὶ λοιδορεῖ τοὺς ὀρθοδόξους,
μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ἔργο του νὰ μὴν εἶναι ἱστορία, ἀλλὰ μᾶλλον «ἐγκώμιο τῶν αἱρετικῶν καὶ ἀπροκάλυπτος
ψόγος καὶ κατηγορία τῶν ὀρθοδόξων».5 Ἐπιπλέον δέ, ὅπως γίνεται
ἀντιληπτό, ὁ Φιλοστόργιος δὲν γράφει ρητῶς ὅτι ἡ Ὑπατία εἶχε ἀσπασθεῖ κάποια
χριστιανικὴ αἵρεση.
Πολὺ πιὸ ἀποκαλυπτικὴ ἀπὸ τὴ μαρτυρία τοῦ Φιλοστοργίου
εἶναι ὅμως μία παράδοξη ἐπιστολή, ἡ ὁποία παραδίδεται ὡς «ἀντίγραφο ἐπιστολῆς τῆς Ὑπατίας, ἡ ὁποία δίδασκε φιλοσοφία στὴν Ἀλεξάνδρεια, πρὸς τὸν μακαριώτατο
ἀρχιεπίσκοπο Κύριλλο».6 Τὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς ἀποτελεῖ μία ἔκκληση
πρὸς τὸν Κύριλλο νὰ ἐπανεξετάσει τὴν καταδίκη τοῦ Νεστορίου καὶ τῆς
διδασκαλίας του. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ
Κύριλλος ὑπῆρξε ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἡγέτης τῆς ὀρθοδόξου παρατάξεως στὴν ἀναμέτρησή
της μὲ τὴν αἵρεση τοῦ Νεστορίου, ὁ ὁποῖος δὲν δεχόταν τὴν ἕνωση τῶν δύο φύσεων
τοῦ Χριστοῦ σὲ μία ὑπόσταση. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ Ὑπατία φέρεται σὲ αὐτὴ τὴν
ἐπιστολὴ νὰ ἀσπάζεται πλήρως τὶς θέσεις τοῦ Νεστορίου, τὶς ὁποῖες ἐμφανίζει ὡς
ἀπολύτως σύμφωνες μὲ τὴν ἀποστολικὴ διδασκαλία, καὶ νὰ ἀναλαμβάνει μία
ἀπέλπιδα προσπάθεια διαμεσολάβησης πρὸς τὸν Κύριλλο, ὥστε νὰ ἀνακληθεῖ ἡ
καταδίκη τοῦ αἱρεσιάρχη. Ἡ Ὑπατία δηλαδὴ σὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ ὄχι μόνο δὲν
ἐμφανίζεται ὡς ἐθνική, ἀλλὰ καὶ φέρεται νὰ εἶναι ὀπαδὸς μιᾶς ἀπὸ τὶς
χριστιανικὲς αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς!
Βεβαίως, δὲν χωράει ἡ παραμικρὴ ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἐν λόγῳ
ἐπιστολὴ εἶναι πλαστή. Ἄλλωστε, στὴν ἐπιστολὴ γίνεται μνεία τοῦ ἀποσχηματισμοῦ
καὶ τῆς ἐξορίας τοῦ Νεστορίου, γεγονὸς ποὺ αὐτομάτως τοποθετεῖ τὴ συγγραφὴ τῆς
ἐπιστολῆς μετὰ τὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Ἐφέσου, ἡ ὁποία καταδίκασε τὸν
Νεστόριο τὸ 431 μ.Χ., δηλαδὴ δεκαέξι ὁλόκληρα χρόνια μετὰ τὴ δολοφονία τῆς
Ὑπατίας. Ἐξυπακούεται λοιπὸν ὅτι ἡ Ὑπατία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ συγγραφέας τῆς
ἐν λόγῳ ἐπιστολῆς. Ἡ τόσο ἐξώφθαλμη ὅμως αὐτὴ πλαστογραφία διατηρεῖ μολαταῦτα
ἀμείωτο τὸ ἐνδιαφέρον της, καθὼς ἀποδεικνύει ὅτι κάποιοι χριστιανοὶ αἱρετικοὶ
ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἔνιωθαν ἄνετα νά «οἰκειοποιηθοῦν» τὴν Ὑπατία, κἄτι ποὺ δὲν
διενοήθη νὰ πράξει ὁ Δαμάσκιος ἢ κάποιος ἄλλος ἐθνικὸς συγγραφέας. Μὲ αὐτὸ τὸ δεδομένο, δὲν θὰ ἦταν ἄστοχο νὰ
ὑποθέσει κανεὶς ὅτι ἡ Ὑπατία εἶχε πράγματι βρεθεῖ κοντὰ σὲ κάποια χριστιανικὴ
αἵρεση!
Καὶ τὸ σημαντικώτερο, πρὸς αὐτὸ τὸ συμπέρασμα φαίνεται νὰ
μᾶς ὁδηγεῖ καὶ μία ἄλλη, ἐντελῶς ἀπροσδόκητη μαρτυρία: ἡ μαρτυρία τοῦ ἐθνικοῦ
καὶ πολεμίου τοῦ χριστιανισμοῦ Δαμασκίου, ὁ ὁποῖος ἐνοχοποιεῖ γιὰ τὴ δολοφονία
τῆς Ὑπατίας τὸν φθόνο τοῦ Κυρίλλου, «ἐπισκόπου
τῆς ἀντιπάλου αἱρέσεως»!!!7 Τὸ σχόλιο τοῦ Δαμασκίου δὲν μπορεῖ νὰ
σημαίνει παρὰ ἕνα καὶ μόνο πρᾶγμα: ὅτι καὶ ἡ ἴδια ἡ Ὑπατία ἦταν ὀπαδὸς μιᾶς
χριστιανικῆς αἱρέσεως, τῆς ἀντιπάλου αἱρέσεως ἀπὸ αὐτὴν τῆς ὁποίας ἡγεῖτο ὁ
Κύριλλος! Ἄρα ὁ ἐθνικὸς Δαμάσκιος ὄχι μόνο δὲν «διεκδικεῖ» τὴν Ὑπατία γιὰ λογαριασμὸ
τῆς ἐθνικῆς παρατάξεως, ἀλλὰ καὶ φαίνεται νὰ ἀναγνωρίζει ὅτι αὐτὴ ἦταν μέλος
μιᾶς χριστιανικῆς αἱρέσεως – πρᾶγμα ποὺ βεβαίως ἐξηγεῖ καὶ τὴν ἀπροκάλυπτη
περιφρόνηση μὲ τὴν ὁποία μιλοῦσε γιὰ τὴ φιλοσοφική της ἀξία!
Μ’ ὅλα τὰ παραπάνω, ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε ἀπολύτως
εἰλικρινεῖς, δὲν μποροῦμε νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι ἀποδείξαμε πὼς ἡ Ὑπατία ἦταν ὀπαδὸς μιᾶς χριστιανικῆς αἱρέσεως· θὰ χρειάζονταν πολὺ περισσότερα στοιχεῖα,
γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ὁριστικὴ καὶ ἀκλόνητη ἀπόδειξη· στὴν παροῦσα
φάση, καὶ μὲ τὰ στοιχεῖα ποὺ ἔχουμε στὴ διάθεσή μας ἀπὸ τὶς πηγές, δὲν μποροῦμε
νὰ μιλᾶμε παρὰ γιὰ ἐνδείξεις. Αὐτὸ ποὺ
μποροῦμε νὰ ποῦμε μετὰ πεποιθήσεως εἶναι ὅτι, ἐὰν ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νὰ
ἀποφανθοῦμε ἂν ἡ Ὑπατία ἦταν ἐθνικὴ ἢ ἦταν ὀπαδὸς μιᾶς χριστιανικῆς αἱρέσεως,
ἔχουμε πολὺ περισσότερα στοιχεῖα νὰ ἰσχυρισθοῦμε τὸ δεύτερο παρὰ τὸ πρῶτο!
Ἐπίμετρον
Συμπερασματικά, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ προηγηθεῖσα
συζήτηση, ἂν καὶ ἐπικεντρωμένη ἐκ τῶν πραγμάτων καὶ ἐκ τῶν δεδομένων
περιορισμῶν τοῦ χώρου σὲ ἕνα καὶ μόνο σημεῖο τοῦ μύθου τῆς Ὑπατίας, μᾶς ἔχει
ἤδη ὁδηγήσει σὲ ἕνα πραγματικὰ ἀποκαλυπτικὸ συμπέρασμα: ὅτι κατὰ πᾶσα
πιθανότητα ἡ Ὑπατία ὄχι μόνο δὲν ἦταν ἐθνική, ἀλλὰ καὶ εἶχε πιθανώτατα ἀσπασθεῖ
κάποια χριστιανικὴ αἵρεση. Τὸ συμπέρασμα
αὐτό, στὸ ὁποῖο φθάνουμε μέσα ἀπὸ τὴν ἐνδελεχῆ μελέτη καὶ τὴν προσεκτικὴ
ἀξιολόγηση τῶν πηγῶν, ἀνατρέπει ἐκ βάθρων τὴν κατηγορία κατὰ τοῦ χριστιανισμοῦ,
καὶ ἀποδεικνύει πόσο λίγη σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα στὸν μῦθο καὶ τὴν ἱστορικὴ
πραγματικότητα. Εἶναι στ’ ἀλήθεια
θλιβερὴ ἡ διαπίστωση ὅτι στὴν περίπτωση τῆς Ὑπατίας ὁ μῦθος ἔχει σὲ τέτοιο
βαθμὸ σκεπάσει τὴν πραγματικότητα, ὥστε τὸ ψέμμα καὶ ἡ πλάνη θεωροῦνται σχεδὸν
ἀπ’ ὅλους σήμερα ὡς ἀδιαφιλονίκητη ἱστορικὴ ἀλήθεια.
Ἡ φιλόσοφος καὶ μαθηματικὸς Ὑπατία ὑπῆρξε «παράπλευρη
ἀπώλεια» μιᾶς σύγκρουσης ἀνάμεσα στην πολιτικὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία
στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου τὸν Μάρτιο τοῦ 415 μ.Χ. Αὐτὸ προκύπτει πέραν πάσης ἀμφιβολίας ἀπὸ τὶς
πηγές. Ὁ ἔπαρχος Ὀρέστης, ὁ διορισμένος ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα πολιτικὸς διοικητὴς
τῆς Ἀλεξανδρείας, χριστιανὸς καὶ ὁ ἴδιος, ἦταν πιστὸς μαθητὴς τῆς Ὑπατίας.
Ἔτσι, κάποιοι ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ νέου πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Κυρίλλου,
ἀνεγκέφαλοι φανατικοί, ἀσφαλῶς, πίστευσαν ὅτι ὁ Ὀρέστης θὰ ἄλλαζε πολιτικὴ καὶ
θὰ ἐγκατέλειπε τὴ σκληρὴ στάση ποὺ κρατοῦσε ἐνάντια στὸν Κύριλλο, ἂν
ἔβγαινε ἀπὸ τὴ μέση ἡ Ὑπατία. Ἄν, τώρα, πρέπει ὁπωσδήποπτε νὰ δοῦμε αὐτὴ τὴ
δολοφονία μὲ φόντο τὴ σύγκρουση χριστιανισμοῦ καὶ παγανισμοῦ, τὰ στοιχεῖα ποὺ
ἔχουμε δὲν ἐπιδέχονται πολλὲς ἑρμηνεῖες: Καὶ οἱ δύο ἀντιμαχόμενες παρατάξεις στὴν
Ἀλεξάνδρεια ἦταν χριστιανικές.
Κλείνοντας, δὲν πρέπει νὰ παραλείψουμε νὰ σχολιάσουμε ἐν
πάσῃ συντομίᾳ τὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς τῆς δολοφονίας τῆς Ὑπατίας, ἀφήνοντας κατὰ
μέρος τὶς ἀνακρίβειες, τὰ φληναφήματα καὶ τὰ ψεύδη τοῦ μύθου περί «μάρτυρος τοῦ
ἑλληνισμοῦ». Ἡ δολοφονία τῆς φιλοσόφου Ὑπατίας, εἴτε αὐτὴ ἦταν
εἰκοσιπέντε εἴτε ἐξῆντα ἐτῶν, εἴτε ἦταν ἐθνικὴ εἴτε χριστιανή, εἶναι
ἕνα ἀποτρόπαιο ἔγκλημα, τὸ ὁποῖο ὁ κάθε πολιτισμένος ἄνθρωπος
δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ καταδικάζει ἐντελῶς κατηγορηματικὰ καὶ ἀπερίφραστα. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὸ ἀποτρόπαιο αὐτὸ
ἔγκλημα διεπράχθη ἀπὸ κάποιους ποὺ ἤθελαν νὰ λέγονται «χριστιανοί». Αὐτὸ εἶναι κἄτι ποὺ πρέπει νὰ ποῦμε εὐθαρσῶς καὶ
μὲ κάθε παρρησία, καὶ δὲν παύει νὰ ἀλήθεια, εἴτε ἡ Ὑπατία ἦταν ἐθνική, εἴτε
χριστιανή, εἴτε ὁτιδήποτε ἄλλο.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ ἔχει τραυματισθεῖ
ἀπὸ φανατισμούς, μίση καὶ ἐγκλήματα... ἐν ὀνόματι τῆς θρησκείας τῆς
ἀγάπης. Καὶ εἶναι χρήσιμο νὰ θυμηθοῦμε
πῶς ἑρμηνεύει αὐτὸν τὸν μετασχηματισμὸ τῆς θρησκείας τῆς
ἀγάπης σὲ θρησκεία τοῦ μίσους (κατ’ ἐξοχὴν στὸν πόλεμο κατὰ τῶν αἱρέσεων)
ἕνας ἀπὸ τοὺς πραγματικὰ μεγάλους χριστιανοὺς διανοητὲς τοῦ εἰκοστοῦ
αἰῶνα, ὁ Ἀλέξανδρος Τσιριντάνης.
Κατὰ τὸν Τσιριντάνη, τὸ μῖσος χρησιμοποιεῖται ὡς ὑποκατάστατο (Ersatz) τῆς
γνήσιας συμμόρφωσης τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, στὸ
πλαίσιο μιᾶς κουτοπόνηρης προσπάθειας νὰ δωροδοκηθεῖ ἡ θεία δικαιοσύνη μὲ τὸ
ἑξῆς ἀνόητο σκεπτικό: «Δὲν σοῦ προσφέρω μέν, Θεέ μου, βίο σύμφωνο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο,
σοῦ προσφέρω ὅμως τὸ μῖσος ἐναντίον ἐκείνων ποὺ πλανῶνται περὶ τὸ ὀρθὸ δόγμα».8 Περιττὸ βέβαια νὰ ποῦμε ὅτι αὐτὴ ἡ προσφυγὴ
στὸ μῖσος καὶ τὸν φανατισμὸ ἀποτελεῖ εὐθεῖα διαστροφὴ
τοῦ μηνύματος τοῦ χριστιανισμοῦ.
Δὲν ὑπάρχει λοιπὸν κανένας λόγος νὰ ἀρνηθοῦμε ὅτι ἔχουν
ὑπάρξει στὴν ἱστορία καὶ κακοί «χριστιανοί»! Ἀλλὰ οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ παίρνει
ἕναν κακὸ ἢ μόνον κατ’ ὄνομα «χριστιανό» ὡς μέτρο σύγκρισης. Γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὴν ἐξαιρετικὰ εὔστοχη
καὶ ἐκφραστικὴ εἰκόνα ποὺ μᾶς δίδει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, οὐδεὶς δικαιοῦται
νὰ συγκρίνει τὸν χείριστο τῶν ἵππων μὲ τὸν ἄριστο τῶν ὄνων, καὶ νὰ διαπιστώνει
κατόπιν πανηγυρικὰ ὅτι τὰ γαϊδούρια τρέχουν πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὰ ἄλογα!9
Ἕνα τέτοιο συμπέρασμα δὲν θὰ ἀποδείκνυε τίποτε περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀπροσμέτρητη
ἀνοησία αὐτοῦ ποὺ θὰ τὸ ὑποστήριζε.
Ὅπως ὑπάρχουν παντοῦ καὶ πάντα οἱ ἀνεγκέφαλοι φανατικοί,
ἔτσι εἶναι βέβαιο ὅτι καὶ μερικοὶ ἀπ’ ὅσους προσῆλθαν στὴ χριστιανικὴ πίστη
κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες δὲν στάθηκαν ἱκανοὶ νὰ νιώσουν καὶ νὰ καταλάβουν
πλήρως τὸ μήνυμα τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ χριστιανισμὸς ὅμως βρῆκε καὶ ἐδῶ μία
ἀκόμη εὐκαιρία νὰ καταδείξει τὴν ἀνωτερότητά του ἀπέναντι στὸν παλαιὸ κόσμο,
ἀπομονώνοντας καὶ καταδικάζοντας
ἀπερίφραστα τέτοιους φανατικούς. Μία
ἀκριβῶς τέτοια ἀπομόνωση καὶ ἀπερίφραστη καταδίκη βρίσκουμε στὴν περίπτωση τῆς
δολοφονίας τῆς Ὑπατίας: Οἱ χριστιανοὶ
ὄχι ἁπλῶς δὲν ἐμφανίζουν καμμία τάση νὰ ἀποσιωπήσουν τὸ ἔγκλημα, ἢ ἔστω νὰ τὸ
ἀντιπαρέλθουν μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν λιγώτερες λεπτομέρειες, ἀλλὰ καὶ τὸ καταγγέλλουν
μὲ ὅση περισσότερη δύναμη μποροῦν, γιγνόμενοι οἱ ἴδιοι οἱ σφοδρότεροι κατήγοροι
τῶν ἄνανδρων δολοφόνων. Τὸ ὄνομα τοῦ
ἐπικεφαλῆς τῶν δολοφόνων παραδίδεται στὴν αἰώνια καταδίκη ἀπὸ χριστιανικὴ πηγή,
τὸν ἐκκλησιαστικὸ ἱστορικὸ Σωκράτη.10 Ὅλες οἱ εἰδεχθεῖς λεπτομέρειες
τοῦ στυγεροῦ ἐγκλήματος, οἱ ὁποῖες μᾶς κάνουν νὰ νιώθουμε
ἀποστροφὴ γιὰ τοὺς ἄνανδρους δολοφόνους, μᾶς εἶναι γνωστὲς ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς
πηγές, τὸν Σωκράτη τὸν Σχολαστικό,11 τὸν Ἰωάννη Μαλάλα,12
τὸν Νικηφόρο Κάλλιστο-Ξανθόπουλο,13 ἀκόμη καὶ τὸν Ἰωάννη Νικίου,14
ἐνῷ ὁ ἐθνικὸς Δαμάσκιος τὶς ἀποσιωπᾷ, ἢ πάντως τὶς
ἀντιπαρέρχεται.15 Καὶ ἡ πιὸ
ἀπερίφραστη καὶ ἀνυπόκριτη καταδίκη τοῦ ἀποτρόπαιου ἐγκλήματος ἀπαντᾷ ὁμοίως
στὰ ἔργα χριστιανῶν. Ὁ Σωκράτης ὁ Σχολαστικός, μάλιστα, βρίσκει τὴν
εὐκαιρία νὰ σχολιάσει ὅτι οἱ φόνοι καὶ οἱ μάχες καὶ τὰ παρόμοια εἶναι ἐντελῶς
ἀλλότρια γιὰ ὅσους πιστεύουν στὸν Χριστό.16
Εἶναι βέβαιον ὅτι, στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων ἐκείνης τῆς
ἐποχῆς, αὐτὴ ἡ ἀνοικτὴ καὶ ἀπερίφραστη καταδίκη τοῦ ἐγκλήματος τῆς Ἀλεξανδρείας
ἐκ μέρους τῶν χριστιανῶν ἔδωσε μία ἀκόμη ἁπτὴ
ἀπόδειξη τῆς ἀνωτερότητας τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπέναντι στὸν παλαιὸ κόσμο. Διότι ὁ μέσος ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης
μποροῦσε εὔκολα νὰ βγάλει τὰ δικά του συμπεράσματα, συγκρίνοντας τὴν
ἀνοικτὴ καὶ ἀπερίφραστη καταδίκη ἐκ μέρους τῶν χριστιανῶν τῆς δολοφονίας τῆς
Ὑπατίας μὲ τὴ στάση ποὺ εἶχε τηρήσει, γιὰ παράδειγμα, ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης σὲ
μία παρόμοια περίπτωση, στὴν περίπτωση τῆς δολοφονίας τοῦ ἐπισκόπου Γεωργίου στὴν
ἴδια πόλη, τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἡ εἰρωνεία λοιπὸν εἶναι ὅτι, ὅπως φαίνεται, ἐκείνη
τὴν ἐποχὴ ἡ δολοφονία τῆς Ὑπατίας ὁδήγησε σὲ ἀντιδιαμετρικὰ ἀντίθετα συμπεράσματα
ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἐπείγονται νὰ ἐξαγάγουν ὅσοι κάνουν τὴν Ὑπατία σήμερα σύμβολο τῆς
ἀντιχριστιανικῆς πολεμικῆς.
Συμπερασματικά, μολονότι σὲ αὐτὴ τὴ μελέτη περιορισθήκαμε
ἐκ τῶν πραγμάτων νὰ φωτίσουμε μερικὲς μόνον πτυχὲς τοῦ ὅλου
θέματος, βρήκαμε ἐν τούτοις τὴν εὐκαιρία νὰ
διαπιστώσουμε πόσο μακρὰν τῆς ἀλήθειας βρίσκεται ὁ μῦθος τῆς Ὑπατίας, ποὺ
ἐμφανίζει τὴν Ὑπατία ὡς «μάρτυρα τοῦ ἑλληνισμοῦ»... Εἶναι πραγματικὰ ἀπίστευτο σὲ
πόσο ὠμὴ παραχάραξη τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας καὶ σὲ πόσα ἐξώφθαλμα ψεύδη
καταφεύγουν οἱ αὐτόκλητοι κατήγοροι τοῦ χριστιανισμοῦ, προκειμένου νὰ ἀμφισβητήσουν
τὴν ἀγαστὴ συμπόρευση ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ. Καὶ βεβαίως, ὅταν κάποιος καταφεύγει στὰ
ψεύδη, τὸ κάνει ἐπειδὴ τοῦ λείπουν οἱ ἀλήθειες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Φιλοστοργίου, Ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία, Η΄ 9, ed. J. Bidez, 111.3-8 (= ed. J.- P. Migne, PG 65, 1105 B): «Ὅτι
οὗτος Ὑπατίαν τὴν Θέωνος θυγατέρα παρὰ μὲν τοῦ πατρὸς ἐξασκῆσαι λέγει τὰ
μαθήματα· πολλῷ δὲ κρείττω γενέσθαι τοῦ διδασκάλου, καὶ μάλιστά γε περὶ τὴν
ἀστροθεάμονα τέχνην, καὶ καθηγήσασθαι δὲ πολλῶν ἐν τοῖς μαθήμασι. Λέγει δ’ ὁ δυσσεβὴς Θεοδοσίου τοῦ νέου
βασιλεύοντος διασπασθῆναι τὸ γύναιον ὑπὸ τῶν τὸ ὁμοούσιον πρεσβευόντων».
2. Maria Dzielska, Hypatia of Alexandria, σελ. 20.
3. Maria Dzielska, ὅ.π.
4. Φωτίου
τοῦ Μεγάλου, Βιβλιοθήκη, ed. R. Henry, cod. 40,
8b12-13: «Ἔστι δὲ ὁ ἀνὴρ ψευδολόγος τε καὶ οὐδὲ μυθολογίας ἀπεχόμενος».
5. Φωτίου
τοῦ Μεγάλου, Βιβλιοθήκη, ed. R. Henry, cod. 40, 8a32-37: «Ἱστορεῖ δὲ τἀναντία σχεδὸν ἅπασι τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς ἱστορικοῖς. Ἐξαίρει τοὺς
Ἀρειανίζοντας ἅπαντας, λοιδορίας πλύνει τοὺς ὀρθοδόξους, ὡς εἶναι τὴν ἱστορίαν αὐτοῦ μὴ ἱστορίαν μᾶλλον ἀλ’ ἐγκώμιον μὲν
τῶν αἱρετικῶν, ψόγον δὲ γυμνὸν καὶ κατηγορίαν τῶν ὀρθοδόξων».
6. Sacrorum Conciliorum nova
et amplissima collectio, ed. Joannes Dominicus
Mansi, vol. 5, 1007 D – 1008 B: “‘Exemplar
ab Hypatia, quae philosophiam docebat in Alexandria ,
ad beatum Cyrillum Archiepiscopum in diptychis’. Legens historias temporum,
reperi factam Christi praesentiam ante annos centum quadraginta. Fuerunt vero discipuli ejus qui postea
Apostoli nominate funt, qui & post assumprionem ejus in coelos Christianam
praedicavere doctrinam, qui simplicius quidem & absque omni curiositate
superflua docuerunt, ita ut invenirent locum plerique gentilium, male
intelligentes atque sapientes, hanc accusandi doctrinam et instabilem
nominandi. Quod enim dixit evangelista,
‘Deum nemo vidit unquam’, quomodo ergo, inquiunt, (dicitis) Deum fuisse
crucifixum? Et ajunt: ‘Qui visus non
est, quomodo affixus est cruci? Quomodo mortuous atque sepultus est?’ Nestorius igitur, qui modo in exilio
constitutus est, Apostolorum praedicationes exposuit. Nam discens ego ante longapridem tempora quod
ille ipse duas naturas Christum sit consessus existere, ad eumqui haec dixerat
inquam: ‘Solutae sunt gentilium quaestiones’.
Dico igitur sanctitatem tuam male fecisse ille contraria sapiento,
synodum congregare & absque conflictu dejectionem fieri praeparasse. Ego vero adhuc paucis diebus ejusdem viri
expositions inspiciens, et Apostolorum praedicationes conferens, atque intra
memetipsum cogitans quod bonum mihi sit fieri Christianum, digna effici spero
dominici generatione baptismatis”.
7. Δαμασκίου, Ἰσιδώρου
βίος, ed. C. Zintzen, ἀπ. 102.27-34: «Ἤδη γοῦν ποτε συνέβη τὸν
ἐπισκοποῦντα τὴν ἀντικειμένην αἵρεσιν Κύριλλον, παριόντα διὰ τοῦ οἴκου τῆς
Ὑπατίας, ἰδεῖν πολὺν ὠθισμὸν
ὄντα
πρὸς
ταῖς
θύραις, “ἐπιμὶξ ἀνδρῶν τε
καὶ
ἵππων”, τῶν μὲν προσιόντων, τῶν
δὲ
ἀπιόντων, τῶν δὲ καὶ προσισταμένων. Ἐρωτήσαντα
δὲ
ὅ
τι
εἴη
τὸ
πλῆθος
καὶ
περὶ
οὗ
κατὰ
τὴν
οἰκίαν
ὁ
θόρυβος, ἀκοῦσαι
παρὰ
τῶν
ἑπομένων, ὅτι προσαγορεύοιτο νῦν ἡ φιλόσοφος Ὑπατία
καὶ
ἐκείνης
εἶναι
τὴν
οἰκίαν. Μαθόντα δὴ οὕτω δηχθῆναι τὴν
ψυχήν, ὥστε φόνον αὐτῇ
ταχέως
ἐπιβουλεῦσαι, πάντων φόνων ἀνοσιώτατον».
8. Ἀλεξάνδρου Τσιριντάνη, Γιὰ μιὰ πορεία μὲ ἐπίγνωση, Ἐκδόσεις «Συζήτησις», Ἀθῆναι 1975, σελ.
122.
9. Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, Ἔπη ἠθικά, Η΄. Σύγκρισις βίων, ed. J.- P. Migne, PG 37, 665.10-666.1: «Γνοίης δ’ ἂν οὕτω
τοῖν βίοιν ὅσον μέσον, / μή μοι τὸν ἄκρον τῶν ὄνων ἵππων κακῷ / ἀντεξετάζειν,
μηδὲ κοσμικοῦ βίου / ἄριστον ἄνδρα, τῷ κακίστῳ τῶν ἐμῶν· / κρείττους γὰρ ἂν φανεῖεν, οὐκ ἀρνήσομαι. / Εἰ δ’ ἄκρον ἄκρῳ,
καὶ κακὸν θείης κακῷ / ἐναντίους, μάθοις ἂν ὁπόσον κρατῶ».
10. Σωκράτους Σχολαστικοῦ, ᾿Εκκλησιαστικὴ ἱστορία, ed. W. Bright, Ζ΄ 16-17: «ἄνδρες
τὸ φρόνημα ἔνθερμοι, ὧν ἡγεῖτο Πέτρος τις ἀναγνώστης».
11. Σωκράτους Σχολαστικοῦ, Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ed. W. Bright, Ζʹ 15.18-21: «Καὶ
ἐκ τοῦ δίφρου ἐκβαλόντες, ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν ᾗ ἐπώνυμον Καισάριον συνέλκουσιν,
ἀποδύσαντές τε τὴν ἐσθῆτα ὀστράκοις ἀνεῖλον·
καὶ μεληδὸν διασπάσαντες, ἐπὶ τὸν καλούμενον Κιναρῶνα τὰ μέλη συνάραντες πυρὶ
κατηνάλωσαν».
12. Ἰωάννου Μαλάλα, Χρονογραφία, ed. L. Dindorf, 359.13-14: «οἱ
Ἀλεξανδρεῖς ἔκαυσαν φρυγάνοις αὐθεντήσαντες Ὑπατίαν τὴν περιβόητον φιλόσοφον,
περὶ ἧς μεγάλα ἐφέρετο».
13. Νικηφόρου
Καλλίστου-Ξανθοπούλου, Ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία, ΙΓ΄, ιϛ΄, ed. J.- P. Migne, PG 146,
1106 D: «ἐπανιοῦσάν ποθεν συντηρήσαντες, τοῦ
δίφρου καθελόντες, ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν, ἣ Καίσαρός ἐστιν ἐπώνυμος, εἷλκον· ἐκεῖσέ τε περιδύσαντες αὐτῇ τὴν ἐσθῆτα,
ὀστράκοις ἀνεῖλον· ἔπειτα εἰς μέλη διασπάσαντες, ἐπὶ τὸν ὃς Κιναρὼν ἐκαλεῖτο,
χῶρον ἀγαγόντες, δαπάνην ἐπαφῆκαν πυρί».
14. Ἰωάννου Νικίου, Χρονικόν, ed. R. H. Charles,
LXXXIV.101-102: “And when they learnt the
place where she was, they proceeded to her and found her seated on a (lofty)
chair; and having made her descend they dragged her along till they brought her
to the great church, named Caesarion.
Now this was in the days of the fast. And they tared off her clothing
and dragged her [till they brought her] through the streets of the city till
she died. And they carried her to a
place named Cinaron, and they burned the body with fire”.
15. Ὁ Δαμάσκιος
περιορίζεται σὲ μία ἐντελῶς «στεγνή» καταγραφὴ τοῦ γεγονότος: «Προελθούσῃ
γὰρ
κατὰ
τὸ
εἰωθὸς
ἐπιθέμενοι
πολλοὶ
ἀθρόοι
θηριώδεις
ἄνθρωποι, ὡς ἀληθῶς σχέτλιοι, οὔτε “θεῶν ὄπιν εἰδότες”, οὔτ’ “ἀνθρώπων νέμεσιν” ἀναιροῦσι
τὴν
φιλόσοφον» (Δαμασκίου, Βίος ᾿Ισιδώρου, ed. C. Zintzen, ἀπ. 102.34-36).
16. Σωκράτους Σχολαστικοῦ, Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ed. W. Bright, Ζʹ 15.22-24: «Ἀλλότριον
γὰρ παντελῶς τῶν φρονούντων τὰ Χριστοῦ φόνοι καὶ μάχαι καὶ τὰ τούτοις
παραπλήσια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου