π. Εὐαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρoς
Θ.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ
ΙΩΑΝΝΗ ΤΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
http://anastasiosk.blogspot.gr/2015/03/blog-post_434.html
1.
Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (354-407)[1] ἔζησε σὲ μιὰ ἐποχὴ σκληρῆς δοκιμασίας
τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας ἀπὸ τὴ δραστηριότητα τῶν
διαφόρων αἱρέσεων καὶ σχισμάτων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς γενέτειράς του Ἀντιόχειας, στοὺς
κόλπους τῆς ὁποίας ἐργάστηκε ποιμαντικὰ ὡς διάκονος ἀπὸ τὸ 380/381 καὶ ὡς
πρεσβύτερος ἀπὸ τὸ 386 μέχρι καὶ τὴν ἐκλογή του στὸν θρόνο τῆς
Κωνσταντινουπόλεως τὸ 397, ταλανιζόταν ἀπὸ τὸ σχίσμα τῶν «Εὐσταθιανῶν», καθὼς
καὶ ἀπὸ τὴν ἔντονη δραστηριότητα παλαιότερων καὶ νεότερων αἱρέσεων, ἀπὸ τὶς ὁποῖες
«πρώτη μὲν πάντων αἵρεσις ἡ τοῦ Μαρκίωνος (…) μετ’ ἐκείνην ἡ Σαβελλίου (…) εἶτα
ἡ Μαρκέλλου καὶ Φωτεινοῦ (…) εἶτα Παύλου τοῦ Σαμοσατέως (…) εἶτα ἡ τῶν
Μανιχαίων (…) μετ΄ ἐκείνας, ἡ τοῦ Ἀρείου», ἀλλὰ καὶ «ἕτεραι»[2], στὶς ὁποῖες
περιλαμβάνει προφανῶς καὶ αὐτὴ τῶν ἀκραίων ἀρειανοφρόνων Εὐνομιανῶν ἢ Ἀνομοίων.
Οἱ Ἀνόμιοι ἢ Εὐνομιανοὶ διατηροῦσαν ἰσχυρὰ ἐρείσματα τόσο στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου
κατεῖχαν τοὺς περισσότερους ἀπὸ τοὺς ναοὺς τῆς πόλεως καὶ διέθεταν ἐπίσκοπο, ὅσο
καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ὁ ἱερὸς Πατὴρ συνέχισε μὲ τὸν ἴδιο ζῆλο τὸν ἀντιαιρετικό
του ἀγώνα ὡς ἀρχιεπίσκοπος, συμβουλεύοντας τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας νὰ εἶναι ἰδιαίτερα
προσεκτικὰ μὲ ὁποιονδήποτε ποὺ θὰ παρουσιάζεται ἀνάμεσά τους ὡς «χριστιανὸς» καὶ
νὰ ἐξετάζουν λεπτομερῶς τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως καὶ τῆς διδασκαλίας του, καθὼς
«πᾶσαι αἱ αἱρέσεις τοῦτο ὑπέδυσαν τὸ προσωπεῖον»[3].